Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου

Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2018
Από τη Στεμνίτσα στο Παλαιόκαστρο. 36 χιλιόμετρα.



Ο ύπνος μου ήταν τόσο βαθύς και ανανεωτικός, ώστε ξύπνησα γεμάτος όρεξη πριν το πρώτο φως σκάσει στον ουρανό. Η αστροφεγγιά είναι υπέροχη.


Το πρώτο φως μιας καινούργιας μέρας. Οι δύο γραμμές κάτω από τον Ωρίωνα δεν είναι νέφη, είναι χημικές ουρές που έγιναν από αεροπλάνα που παραδόξως δεν είχαν κανένα φως.




Ξεκινώ τα πρώτα χιλιόμετρα της ημέρας μέχρι την Στεμνίτσα, έχοντας στα δεξιά το φαράγγι του Λούσιου, ενώ ο πρώτος ήλιος χαϊδεύει τις κορφές των βουνών. Οι τσιμινιέρες της Μεγαλόπολης έχουν φανεί στο βάθος της ομώνυμης πεδιάδας προς τα νότια.

Η Στεμνίτσα είναι ένα μέρος με ιδιαίτερη αισθητική αξία. Ο χώρος αυτός προσωπικά μού θυμίζει τα Ζαγοροχώρια. Όσες φορές έχω έρθει σε αυτό το μέρος, νιώθω την ανάγκη για περίπατο μέσα στο χωριό. Και το ίδιο θα κάνω και σήμερα.



























Αφού βρω έναν φούρνο για να εφοδιαστώ φρέσκο ευωδιαστό ψωμί, αποχαιρετώ τη γραφική Στεμνίτσα και αρχίζω την κατηφόρα μέσα το φαράγγι του Λούσιου. Κατεβαίνω, κατεβαίνω, τα λάστιχα τρίζουν στις στροφές, τα φρένα γραπώνουν τις ζάντες, οι ζάντες ζεσταίνονται, και γω ολοένα βυθίζομαι προς τον άφαντο πάτο του φαραγγιού με συνεχείς ελιγμούς. Είναι ένα άγριο ερημικό μέρος και ψυχή δεν βλέπω πουθενά γύρω μου. Οι απότομες πλαγιές πνίγονται σε μια οργιώδη βλάστηση με ένα σωρό είδη δέντρων και θάμνων και αναρριχητικών φυτών. Το φαράγγι του Λούσιου έχει κηρυχθεί προστατευόμενη περιοχή για την αρχαιολογική και την οικολογική του αξία, ενώ υπάρχουν και 16 πετρόχτιστα τοξωτά γεφύρια.





Συναντώ μία διασταύρωση μέσα στη μέση του πουθενά και πρέπει να συμβουλευτώ τον χάρτη και το GPS, για να μην πάρω λάθος δρόμο, γιατί δεν θα ήθελα με τίποτα να γυρίζω πίσω σε αυτούς τους δρόμους με τις αρκαδικές κλίσεις, ενώ παράλληλα προσπαθώ να αποκρυπτογραφήσω τις πινακίδες. Πρόκειται για ένα γνωστό ελλαδικό φαινόμενο, πινακίδες περισσότερες της μιάς να επαναλαμβάνουν την ίδια πληροφορία, δύο πινακίδες δίπλα-δίπλα να σε στέλνουν στον ίδιο προορισμό και η μία να λέει 6 χιλιόμετρα η άλλη 12, ή να δείχνουν προς διαφορετικές κατευθύνσεις κλπ. κλπ. Από τις πινακίδες πάντως συμπεραίνω ότι υπάρχουν τέσσερα τουλάχιστον μοναστήρια στην περιοχή (Προδρόμου, Φιλοσόφου, Αιμυαλών, Καλαμίου) και το γεγονός αυτό είναι ενδεικτικό του καλού κλίματος που θα πρέπει αυτό το μέρος να έχει. Ο συνειρμός αυτός μού έρχεται αυτομάτως, επειδή σήμερα έρχομαι εδώ για να επισκεφθώ τον επόμενο στόχο του ταξιδιού μου, που δεν είναι άλλος από το ιερό του Ασκληπιού στην Αρχαία Γόρτυνα.

Το κρυφό σχολειό έγινε secret school (μην το πείτε σε κανέναν), για την απόσταση μέχρι το Χέλινίκο υπάρχουν δύο εκδοχές με τη μία επικρατούσα, διαλέγεις όποια προτιμάς, για τη Μεγαλόπολη δύο επίσης. Όσο για τις διαφημίσεις, πραγματικά απορώ ποιος τις ξεκόλλησε και γιατί.

Ο στενός δρομάκος συνεχίζει μέχρι το ποτάμι. Υπάρχει ένα πάρκινγκ και μερικά αυτοκίνητα. Οι συνήθεις επισκέπτες είναι ξένοι, τουρίστες που με νοικιασμένα αυτοκίνητα έρχονται στους απομακρυσμένους αρχαιολογικούς χώρους. Ο δρόμος είναι τυφλός, σταματά εδώ, καθώς υπάρχει μία στενή γέφυρα μη προσβάσιμη στα οχήματα. Από την άλλη πλευρά του ποταμού έρχεται άλλος δρόμος, από άλλη κατεύθυνση και περιοχή, από πολύ μακριά. Ένα απλό ερώτημα είναι, γιατί δεν έχουν αποκαταστήσει την πρόσβαση συνδέοντας τους δύο δρόμους; Θέλουμε επισκέπτες στον αρχαιολογικό χώρο, ή όχι; Φυσικά είμαι ο τυχερός της υπόθεσης, αφού όλοι κοιτάξουν με απορία κάποιον που ήρθε ως εδώ με ποδήλατο και θα ζηλέψουν γιατί μπορεί άνετα να διασχίσει τη γέφυρα και να βγει απέναντι συνεχίζοντας στον άλλο δρόμο. Αφήνω το ποδήλατο σε έναν ίσκιο, γιατί ήρθε η ώρα να περπατήσω το πρώτο Ασκληπιείο σε αυτό το ταξίδι μου.

Το κυρίαρχο στοιχείο του τοπίου αυτού είναι ασφαλώς ο Λούσιος. Χθες τέτοια ώρα περίπου ήμουν στις πηγές του αρχαίου Γορτυνίου ποταμού. Αυτός διατρέχει μία διαδρομή στην Γορτυνία και μετά από ένα άγριο και περίφημο φαράγγι συμβάλλει στον Αλφειό λίγο νοτιότερα. Στην αρχαιότητα ονόμαζαν Λούσιο τον άνω ρου του Γορτυνίου, έγραφε ο Πολύβιος. Όπως διαβάζω σήμερα στα ηλεκτρονικά κιτάπια μου, καταλαβαίνω ότι η ονομασία του Λουσίου σχετίζεται ετυμολογικώς με το λούω, λούομαι, λούσις. Όπως έγραψε ο Παυσανίας, προσφέροντας τον μίτο του μύθου, οι τρεις αρκαδικές Νύμφες Νέδα, Αγνώ και Θεισόα έλουσαν, κρυφά από τον Κρόνο, τον νεογέννητο Δία στις πηγές του ποταμού Λουσίου, του ποταμού που ο Παυσανίας θεωρούσε ως τον πιο κρύο ποταμό του κόσμου και που αργότερα μετονομάστηκε σε Γορτύνιο προς τιμήν της αρκαδικής πόλεως της Γόρτυνος. Στις πηγές του Λούσιου περιλαμβάνονται και νερά που βγαίνουν στην περιοχή της αρχαίας Θεισόας, κοντά στη σημερινή Καρκαλού. Αλλά είναι επίσης ενδιαφέρον ότι η ονομασία του ποταμού Λουσίου παραπέμπει και στον τρόπο χρήσης του νερού στο συγκεκριμένο Ασκληπιείο, όπως θα δούμε σε λίγο. Χθες το μεσημέρι δεν είχα ιδέα για την συσχέτιση του Λουσίου με το λούσιμο, όταν λουζόμουν στις πηγές του Λουσίου ποταμού.

Το πρώτο πράγμα που θέλω να δω σε αυτό το μέρος είναι το ίδιο το ποτάμι. Κατεβαίνω ένα μονοπάτι και βγαίνω στην κοίτη. Πρόκειται ίσως για το πιο όμορφο ποτάμι που έχω δει μέχρι σήμερα. Εκεί ακριβώς δίπλα στο νερό ένας γέρων Αρκάς απολαμβάνει την ηλιοθεραπεία του, μετά την υδροθεραπεία του, γερμένος στον κορμό ενός πλατάνου.
-Καλημέρα, είναι το νερό κρύο;
-Όχι, μια χαρά είναι, μπες μέσα.
-Έρχεσαι συχνά εδώ; Δεν πηγαίνεις για μπάνιο στη θάλασσα;
-Πάμε και στη θάλασσα αν θέλουμε με το αυτοκίνητο, αλλά αυτό το νερό είναι θεραπευτικό. Είναι θεραπευτικός ο Λούσιος φίλε μου, το ήξερε ο Ασκληπιός και έκανε το Ασκληπιείο ακριβώς εδώ δίπλα.
-Σε πειράζει να βγάλω μια φωτογραφία;
-Όχι, βγάλε όσες θέλεις.


-Έβγαλες; Περίμενε μια στιγμή να πάω στο υδρομασάζ.
Ορίστε; Υπάρχει και υδρομασάζ; Ο σπιρτόζος γέροντας μπαίνει στον ποταμό, πηγαίνει στην απέναντι όχθη, πιάνεται γερά από το σχοινί που κρέμεται από ένα δέντρο, και στην ορμή του νερού κάνει πράγματι υδρομασάζ!



















Περνώ τη γέφυρα και παίρνω το μονοπατάκι για τον αρχαιολογικό χώρο. Υπάρχουν δύο πινακίδες εκεί, παρατήρησε αγαπητέ αναγνώστη τις δύο πινακίδες και αν εσύ καταλάβεις από αυτές κάτι περισσότερο... γράψε μου.



Μέσα σε αυτό το εκπληκτικό φαράγγι, μέσα σε αυτή την εκπληκτική φύση, οι αρχαίοι άνθρωποι ίδρυσαν ένα ασκληπιείο. Εδώ λοιπόν οι Ασκληπιάδες μελετούσαν τον άνθρωπο, θεράπευαν, διδάσκονταν και δίδασκαν, ασκούσαν την ιατρική τέχνη και έθεταν τις βάσεις της ιατρικής επιστήμης.



Για να κατανοήσει ο επισκέπτης του χώρου αυτά που βλέπει, αποκτά σημασία λίγη γνώση ιστορίας. Το αρχαιότερο γνωστό ασκληπιείο υπήρξε στην Τρίκκη της Θεσσαλίας. Η ιστορία του Ασκληπιού ξεκινά από τη Θεσσαλία, πίσω στα βάθη του μύθου, και σταδιακά η λατρεία του επεκτάθηκε, όπως ξέρουμε από τα αρχαιολογικά δεδομένα. Από την εποχή των ηρώων και των πολέμων, μάντεις και ιατροί αναφέρονται στον Όμηρο ως οι πρώτοι συστηματικοί θεράποντες της ιατρικής. Η αντίληψη ότι αυτοί ήταν περιπλανώμενοι ριζώνει σε παλαιότερες εποχές, όταν οι ιδιότητες του μάντη και του θεραπευτή αποδίδονταν σε θεούς και ήρωες από τη μυθολογική παράδοση που διαμορφώθηκε στα τέλη της μυκηναϊκής περιόδου μέχρι τα χρόνια του Ησιόδου. Στη Θεσσαλία οι παλιές παραδόσεις οδηγούσαν όλες στον Κένταυρο Χείρωνα. Στον θεσσαλικό μύθο, μία θνητή ονόματι Κορωνίς, θυγατέρα του βασιλιά των Λαπιθών Φλεγύα στη Βοιβηίδα, σημερινή Κάρλα, βγήκε στην ακρολιμνιά, τη βλέπει ο Απόλλωνας, την ερωτεύεται, μένει έγκυος. Ο Φλεγύας υποχρεώνει την Κορωνίδα σε γάμο με ένα θνητό βασιλόπουλο, τον Ίσχυ γιο του Ελάτου. Ένα κοράκι τρέχει στον Απόλλωνα στους Δελφούς και του σφυράει τα μαντάτα. Ο Απόλλωνας μεταμορφώνει το κοράκι σε μαύρο, όπως αυτό αποτυπώνεται στην αγγειογραφία του, και φονεύει τον αντίζηλο με ένα βέλος. Την άπιστη την αναλαμβάνει η Άρτεμις, και την κατατοξεύει για την τιμή του αδερφού της. Τότε έκαιγαν τους νεκρούς ακόμη, και πάνω στην πυρά ο Ερμής αρπάζει το παιδί από την κοιλιά και το παραδίδει στα χέρια του Χείρωνα στο Πήλιο. Ο Χείρων, μισός άνθρωπος μισός άλογο, το πλέον εύγλωττο σύμβολο της φυσικής ενέργειας, παιδαγωγός θεσσαλών ηρώων όπως ο θρυλικός πολεμιστής Αχιλλεύς, όπως ο Ιάσων ο αρχηγός της Αργοναυτικής Εκστρατείας και ο οποίος ήταν εξαίρετος θεραπευτής όπως το ονομά του φανερώνει, εκεί στο Πήλιο λοιπόν ο Χείρων διδάσκει στον Ασκληπιό την τέχνη της ζωής, που τότε συνοψίζονταν στο κυνήγι και τη θεραπευτική. Ο Ασκληπιός μεγαλώνοντας αναπτύσσει τέτοια επίδοση στην ιατρική, ώστε ανασταίνει νεκρούς. Μεταξύ των αναστηθέντων συγκαταλέγονται ο Καπανεύς ένας εκ των Επτά επί Θήβαις, κάποιος Λυκούργος συναρχηγός στην ίδια εκστρατεία, ο Γλαύκος υιός του Μίνωος και της Πασιφάης, ο γιος του Θησέα Ιππόλυτος. Με τις πολλές αναστάσεις του Ασκληπιού, ο Άδης ανησυχεί μη χάσει το βασίλειό του, και τρέχει να διαμαρτυρηθεί στον αρχηγό των θεών. Ο Δίας λέει, εντάξει καλά κάνεις εσύ, αλλά το σκέφτεται το πράγμα σφαιρικά, και για να μην διαταραχθεί η ισορροπία μεταξύ του άνω και του κάτω κόσμου, όπως λέει ο μύθος, κατακεραυνώνει τον Ασκληπιό. Όπως και με την περίπτωση του Προμηθέα, ο Ασκληπιός πληρώνει με τη θνητή του ύπαρξη την φιλανθρωπία του και εισέρχεται στο πάνθεον.

Στην αρχαία Τρίκκη οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν κατοίκηση από την πρώιμη εποχή του χαλκού, 3300π.Χ., και μέχρι τους κλασσικούς χρόνους. Την αρχαιότερη γραπτή μνεία της πόλης αποτελεί ο ομηρικός κατάλογος νηών, όπου αναφέρεται ότι η Τρίκκη συμμετείχε στον τρωικό πόλεμο με 30 πλοία και αρχηγούς του δύο γιους του Ασκληπιού Μαχάονα και Ποδαλείριο. Οι δύο αδελφοί αναφέρονται ως “αγαθοί ιητήρες”. Ο Μαχάων είχε ειδίκευση στην χειρουργική, την στρατιωτική ιατρική θα λέγαμε, όπως και το ονομά του φανερώνει. Ο Ποδαλείριος όμως είχε ειδίκευση στην παθολογία και στην ψυχολογία. Ο Μαχάων είχε τέσσερις γιους ιατρούς, από τους οποίους ο Αλεξάνωρ ίδρυσε το δεύτερο σε αρχαιότητα Ασκληπιείο στην Τιτάνη της Σικυωνίας, όπου θα βρεθούμε αργότερα. Οι απόγονοι του Ποδαλείριου κατέληξαν στην Κω, μεταδίδοντας τις γνώσεις τους από γενιά σε γενιά, και το ενδοξότερο μέλος αυτής της οικογένειας των Ασκληπιαδών ήταν ο Ιπποκράτης. Κατά παράδοση τα ιατρικά γένη συνέχιζαν με ενδοοικογενειακή μεταβίβαση της γνώσης, και στους Ιπποκρατίδες υπήρχε και όρκος, όπως κατ' αντιστοιχία γινόταν στους βαβυλώνιους μάγους και χαλδαίους αστρονόμους.



Η μεγαλύτερη μορφή που πέρασε ποτέ από την παγκόσμια ιατρική είναι ο Ιπποκράτης από την Κω. Γεννήθηκε την άνοιξη του 460 π.Χ. Ο παππούς του, Ιπποκράτης κι εκείνος, σύγχρονος του Μιλτιάδη και Θεμιστοκλή, ήταν φημισμένος ιατρός του γένους των Ασκληπιαδών. Ο πατέρας του Ηρακλείδης ήταν επίσης ιατρός και η μητέρα του λεγόταν Πραξιθέα, και "αμφότερα τα σπέρματα θεός απόγονος εστιν ο θείος Ιπποκράτης, προς μεν πατρός Ασκληπιάδης ων, προς δε μητρός Ηρακλείδης". Ο Ιπποκράτης μαθήτευσε μεταξύ άλλων στον μεγάλο επιστήμονα και φιλόσοφο Δημόκριτο. Ονομάστηκε Μέγας γιατί θεωρήθηκε η μεγαλύτερη ιατρική διάνοια που εμφανίστηκε ποτέ στον κόσμο. Κατά παράδοση οι ιατροί δίνουν τον όρκο του Ιπποκράτη πριν ασκήσουν την ιατρική. Κατά τον ιστορικό Φερεκύδη ήταν ο 17ος απόγονος του Ασκληπιού, αρχιερέας στο περίφημο Ασκληπιείο στην Κω, το οποίο μετά την Επίδαυρο ήταν το διασημότερο Ασκληπιείο για το πλήθος των ασθενών και των σπουδαστών και την ποιότητα των διδαχών. Ο Ιπποκράτης έλεγε ότι δεν επινόησε την ιατρική, αλλά ότι την έμαθε από άλλους. Το ουσιαστικό έργο του ήταν η συστηματοποίηση της τότε ιατρικής γνώσης με επιστημονικό τρόπο. Επισκέφθηκε όλα τα μεγάλα Ασκληπιεία. Γνώρισε τα σημαντικά πνεύματα της εποχής του, Σωκράτη, Πλάτωνα, Θουκυδίδη κ.α. Ταξίδεψε συνεχώς για 12 χρόνια. Πήγε στον Εύξεινο Πόντο, την Κολχίδα, την Σκυθία, τη Μικρά Ασία, την Αφρική. Στη Θεσσαλία ειδικά και τη Λάρισα και άλλες θεσσαλικές πόλεις πήγε πολλές φορές ο Ιπποκράτης και έμενε εκεί για πολύ χρόνο. Οι Αθηναίοι τον τίμησαν ιδιαιτέρως και "δεύτερον αφ´ Ηρακλέους δημοσία τοις Ελευσινίοις εμύησαν". Μετά τα ταξίδια του έγραψε τα "Ιπποκράτεια έργα" και ανέλαβε τη διεύθυνση του Ασκληπιείου στην Κω. Σε μεγάλη ηλικία απήλθε στη Θεσσαλία, όπου και πέθανε σε βαθύ γήρας, και τάφηκε κάπου ανάμεσα στον σημερινό Τύρναβο και τη Λάρισα. Το 1807 ο Άνθιμος Γαζής έγραψε ότι είδε τον τάφο του Ιπποκράτη, και το 1826 κατά μαρτυρίες βρέθηκε κοντά στη Λάρισα από έναν Τούρκο μπέη μια επιγραφή με το όνομα του Ιπποκράτη. Ο Ιπποκράτης ήταν γνωστός ως άνθρωπος προσφοράς και ηθικού μεγαλείου και σεμνός και αφιλάργυρος και απαράμιλλος δάσκαλος. Ο Πλάτωνας τον αναφέρει με θαυμασμό συγκρίνοντάς τον με τον Φειδία και τον Πολύκλειτο και ο Αριστοτέλης γνωρίζει και σχολιάζει τις απόψεις του. Ο Γαληνός τον 2ο αιώνα μ.Χ. από την Πέργαμο είπε για αυτόν: "πάντων υπερήνεγκε και πρώτος εις φως εξήνεγκε την τελείαν παρ´ έλλησι ιατρικήν". Υπήρχαν θρύλοι για το πρόσωπό του, όπως π.χ. ότι πήγε στα Άβδηρα όπου τον κάλεσαν για να θεραπεύσει μια ψυχική νόσο του δασκάλου του Δημόκριτου, και εκεί μία μέρα χαιρέτησε μία νέα γυναίκα προσφωνώντας την "χαίρε κόρη", ενώ την επόμενη μέρα την προσφώνησε "χαίρε γύναι", έτσι αυτοί που το άκουσαν κατάλαβαν ότι αυτός αντιλήφθηκε ότι η κόρη στο μεταξύ είχε γίνει γυναίκα.

Η δεύτερη μεγαλύτερη μορφή της ιατρικής ήταν ο Γαληνός. Έλληνας και εκείνος, όλως τυχαίως, γεννήθηκε στην Πέργαμο της Ιωνίας το 129μ.Χ., δηλ. στη γειτονιά του Ιπποκράτη επτά αιώνες μετά. Την εποχή εκείνη η Πέργαμος ήταν εξέχον πολιτιστικό κέντρο και διέθετε βιβλιοθήκη, τη δεύτερη μεγάλη βιβλιοθήκη του αρχαίου κόσμου μετά την Αλεξάνδρεια. Ο Γαληνός έχει καταγραφεί στην ιστορία ως ο εξέχων ιατρός και ο εξέχων φιλόσοφος του ελληνορωμαϊκού κόσμου. Την εποχή μετά τους ελληνιστικούς χρόνους, ο πλέον σημαντικός ιατρικός ερευνητής που επηρέασε την ανάπτυξη της ανατομίας, της φυσιολογίας, της παθολογίας, της φαρμακολογίας, της νευρολογίας, της φιλοσοφίας και της λογικής. Έζησε σε μια εποχή άνθησης του πολιτισμού και της επιστήμης και της παιδείας στον τότε μεσογειακό κόσμο, ήταν ένας πανεπιστήμονας. Συνέχισε την θεωρία των τεσσάρων χυμών των αρχαίων Ελλήνων ιατρών και του Ιπποκράτη. Ο πατέρας του Νίκων, άνθρωπος που τιμούνταν για τις γνώσεις και το ήθος του, από μικρό τον έθεσε υπό την εποπτεία δασκάλων που του δίδαξαν τα γράμματα και τα μαθηματικά. Αναφέρεται ότι από μικρός είχε έφεση προς τις επιστήμες, τα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων και τις ηθικές αρχές. Στην ηλικία των 14 παρακολουθούσε τους φιλοσόφους, και ειδικά τους πλατωνικούς και τους στωικούς που συνέρρεαν στην Πέργαμο στον κύκλο της βιβλιοθήκης. Μελέτησε τα δυο φιλοσοφικά συστήματα του καιρού του, τους αριστοτελικούς και τους επικούρειους. Καυχιόταν ότι “τοιούτον είχεν πατέρα” και όπως έγραψε “ου πρώτον εις ιατρούς φοιτών ηρξάμην, αλλά φιλοσόφων”. Ο πατέρας του αρχικά ήθελε να τον ωθήσει στην φιλοσοφία και την πολιτική. Στα 16 του άρχισε σπουδή στο Ασκληπιείο της Περγάμου ως “θεραπευτής”, όρος που σήμαινε συγκεκριμένα τον μαθητευόμενο ακόλουθο, για τέσσερα χρόνια. Στα 19 του πέθανε ο πατέρας του, και χρησιμοποιώντας τον πλούτο που κληρονόμησε, ακολούθησε την προτροπή που βρήκε στη διδασκαλία του Ιπποκράτη, δηλαδή ταξίδεψε εκτεταμένα, σε Σμύρνη, Κόρινθο, Κρήτη, Κιλικία, Κύπρο, και στην ιατρική σχολή της Αλεξάνδρειας που ήταν περίφημη τότε για την βιβλιοθήκη της και ως κέντρο ιατρικών ανατομικών σπουδών. Όπως έγραψε, ήθελε να εκθέσει τον εαυτό του στις διάφορες σχολές σκέψης και “ουκ ώκνησα περιηγούμενος πορευόμενος πεζή και δια πλοίων”. Η ιατρική δεξιοτεχνία και η παροιμιώδης πολυμάθειά του τον έκαναν γνωστό σε σημείο ώστε η αυτοκρατορική Ρώμη να τον καλεί για την αντιμετώπιση λοιμών και ως “ιατρό των Διαδόχων”, αυτός όμως από τα 37 του χρόνια επιστρέφει και μένει στο Ασκληπιείο στην Πέργαμο. Μελέτησε τη σημασία της διατροφής, του σωματικού σθένους, της υγιεινής και της πρόληψης, και ταυτόχρονα μελετούσε και έγραφε για τη θεωρία και για τη φιλοσοφία. Υπολογίστηκε ότι έγραψε έργα συνολικά 500 ιατρικού ενδιαφέροντος και 300 γενικού ενδιαφέροντος, και όλα από αυτά χαρακτηρίζονταν από φιλοσοφικό πνεύμα, και από την “εκλεκτική περισυλλογή γνώσεως άνευ δογματικών προσηλώσεων“, πράγμα που αποκαλούσε “κακόν και ψώρας δυσιατότερον”. Θεωρούσε τον εαυτό του πρώτα φιλόσοφο και μετά ιατρό. Σε έργο με τίτλο “Ότι άριστος ιατρός και φιλόσοφος”, υποστήριζε ότι η φιλοσοφική παιδεία συνιστά το θεμελιώδες εφόδιο του ιατρού. Έλεγε ότι ο ιατρός οφείλει να διδάσκεται τις φιλοσοφικές αρχές της φυσικής, της λογικής και της ηθικής, συμφωνώντας με τον Αριστοτέλη στο ότι η προσπάθεια ιατρών και φιλοσόφων είναι “σύνορος”. Λειτουργούσε με την αριστοτελική αρχή “η φύσις ουδέν ποιεί μάτην ουδέ περίεργον”. Έλεγε ότι για να μη γίνει ο ιατρός “φαρμακοπώλης των τριόδων” οφείλει να είναι κάτοχος της επιστημονικής γνώσης. Θεωρούσε την ιατρική ως τέχνη, δηλ. “σύστημα γνώσεων κατά ποιόν και ποσόν προσηρμοσμένον προς του υγιάζειν και σώζειν τον άνθρωπον“. Μια τέχνη που υπηρετεί την φύση, και που είναι δυσχερέστατη επειδή απαιτεί αγχίνοια, μνήμη και φιλοπονία, και προϋποθέτει την πείρα, την λογική, τη συνεχή μελέτη και την άμεση παρατήρηση. Έθετε ότι ο ιατρός οφείλει να καθοδηγείται πάντα από τις αρχές της ηθικής. Θεωρούσε την ιατρική ως διεπιστημονικό πεδίο που πρέπει να ασκείται με συνεφαρμογή της θεωρίας, της παρατήρησης και του πειραματισμού. Ανέπτυξε μια θεωρία της προσωπικότητας βασισμένη στην κατανόηση των χυμών, πράγμα που συνδέεται με την στοιχειακή θεωρία για την οποία θα μιλήσουμε αργότερα. Θεωρούσε ότι υπάρχει μια φυσιολογική βάση των διανοητικών διαταραχών, θέση ιδιαίτερα προχωρημένη για την εποχή του. Θεωρούσε ότι δεν υπάρχει διάκριση μεταξύ του φυσικού και του νοητικού μέρους, διαμάχη που υπήρχε έντονη και στην εποχή του, και σε αυτό ακολούθησε τους Έλληνες φιλοσόφους, ότι δηλαδή σώμα και νους δεν είναι χωριστές οντότητες, και μάλιστα θεωρούσε ότι αυτό μπορεί να αποδειχθεί και επιστημονικά, κάτι που έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον ακόμα και στην εποχή μας, και για αυτό το θέμα ασκούσε πολεμική εναντίον των στωικών που υιοθετούσαν τη θεωρία του δυισμού. Σε πραγματεία του για “τα πάθη της ψυχής”, μελέτησε το πώς πρέπει να προσεγγίζονται τα ψυχολογικά προβλήματα, και αυτό ήταν η πρώτη προσπάθεια για αυτό που πολύ αργότερα θα ορίζονταν ως ψυχοθεραπεία. Το σχετικό βιβλίο περιείχε συμβουλευτική για το χειρισμό ασθενών με ψυχολογικά προβλήματα, έτσι ώστε να αποκαλύπτονται τα βαθιά πάθη και μυστικά με θεραπευτικό σκοπό, λέγοντας ότι ο θεραπευτής πρέπει να είναι άνδρας, κατά προτίμηση μεγάλης ηλικίας και σοφός και να έχει ελέγξει αυτός τα δικά του πάθη. Τα πάθη κατ΄ αυτόν προκαλούν τα ψυχολογικά προβλήματα που έχουν οι άνθρωποι.



Σε όλο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο, -για να ακριβολογούμε, όπου ομιλούνταν η ελληνική γλώσσα- η ιατρική ήταν η σημαντικότερη των επιστημών. Η άσκηση της ιατρικής είχε μεγάλη εξάπλωση. Τα ιερά ήταν κάτι πολύ περισσότερο από χώρους λατρείας θεοτήτων. Ήταν νοσοκομεία, και ήταν κέντρα υγείας όπως θα λέγαμε σήμερα, και ήταν θεραπευτήρια σώματος και ψυχής, και ήταν κοινωνικά και πολιτιστικά κέντρα στα οποία συνέρρεαν όχι μόνο ασθενείς για θεραπεία αλλά και επιστήμονες, καλλιτέχνες, σημαντικοί άνθρωποι κάθε είδους. Τα ιερά ήταν ζωντανοί χώροι όπου καλλιεργούνταν η παιδεία και ο πολιτισμός. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των αρχαίων συγγραφέων, στους μετακλασσικούς χρόνους, δηλ. την περίοδο 300 π.Χ. μέχρι 300 μ.Χ. περίπου, υπήρχε μεγάλη πολιτιστική άνθηση, με μεγάλη εξάπλωση των ιερών κέντρων. Ιδιαίτερα διαδεδομένη ήταν τότε η λατρεία των δύο θεών Απόλλωνος και Ασκληπιού. Σχεδόν παντού υπήρχαν ναοί αυτών των δύο θεών μαζί και κοντά και σε σύνδεση με το στοιχείο του νερού. Ο Ασκληπιός ως ο θεός της ιατρικής, ο Απόλλων ως ηλιακός θεός κατά παράδοση, ο θεός του φωτός, εκτός του εξωτερικού και του εσωτερικού φωτός, δηλ. της γνώσης, της παιδείας, της λογικής, του λόγου, της επιστήμης. Στα ιερά οι λεγόμενοι "Υιοί Απόλλωνος" ή "Παίδες Απόλλωνος", και αργότερα μαζί με τους "Ασκληπιάδες", ήταν οι ιατροί της εποχής. Η ιατρική γνώση μεταδίδονταν από τον δάσκαλο στον μαθητή, ζωντανά, από στόμα σε στόμα, με θεωρία και πράξη, με μια στενή και προσωπική σχέση, την "μαθητεία". Ο μαθητής μαθήτευε στους δασκάλους για να μάθει τα μυστικά της ιατρικής τέχνης, τα οποία προηγουμένως ο δάσκαλος είχε μάθει με τον ίδιο τρόπο. Η ιατρική ασκούνταν στα Ασκληπιεία στα μεταγενέστερα χρόνια από τους “Υιούς Απόλλωνος”, οι οποίοι ήταν ταυτόχρονα κήρυκες της λατρείας και του Απόλλωνος και του Ασκληπιού. Η ιατρική μεθοδολογία περιελάμβανε δύο άξονες, την θεραπεία και την ίαση. Η θεραπεία ήταν η υπηρεσία στο ιερό και η λατρεία του Ασκληπιού και αφορούσε στην απαλλαγή του ασθενούς από την υλική έκφραση της ασθένειας (σώμα), ενώ η ίαση σχετίζονταν με την λατρεία του Απόλλωνος και είχε να κάνει με την καλλιέργεια του νου. Τα μεγαλύτερα ιερά διέθεταν γυμναστήριο και στάδιο, όπου γινόταν διδασκαλία για την άσκηση και καλλιέργεια του σώματος, όπως επίσης και βιβλιοθήκη. Σε κάποια σημεία της σημερινής Ελλάδας συναντά κανείς μία επιγραφή σε παλιά γλώσσα επάνω σε πηγές νερού: "ΕΥ, Ω ΠΑΓΑ, ΣΩΜΑ ΝΟΟΝ ΑΜ' ΩΣ ΑΓΑΠΩ, ΥΕ". Η δωρική επιγραφή είναι καρκινική δηλ. διαβάζεται και ανάποδα και σημαίνει "πλύνε, ω πηγή, καλά το σώμα και το νου μου τώρα όπως επιθυμώ". Σημειωτέον ότι εξέλιξη της επιγραφής αυτής συνιστά το μετέπειτα “ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ”. Είναι δηλ. σαφές ότι υπήρχε παράλληλη φροντίδα και του σώματος και της ψυχής θα λέγαμε σήμερα, δηλ. και του υλικού σώματος αλλά και του εσωτερικού του ανθρώπου. Οι Υιοί Απόλλωνος εκτός από την καθεαυτό ιατρική γνώση με τη στενή έννοια, ήσαν άριστοι ψυχολόγοι. Επιδίδονταν στην παρατήρηση του ανθρώπου, οξυδερκείς γνώστες της ανθρώπινης φύσης και οντότητας, άριστοι παρατηρητές που μπορούσαν να βγάλουν συμπεράσματα για την κατάσταση του ανθρώπου από λεπτομέρειες που για τους περισσότερους ανθρώπους περνούν φυσιολογικά απαρατήρητες. Οι Υιοί Απόλλωνος δεν αμείβονταν ποτέ απευθείας από τους ασθενείς για τις υπηρεσίες τους, αλλά ζούσαν από την άσκηση των ικανοτήτων τους μέσα στα πλαίσια της κοινοτικής ζωής στο ιερό.

Στην πορεία των αιώνων, σταδιακά η μυθολογία του Ασκληπιού συνδέθηκε και συγχωνεύτηκε με τη μυθολογία του Απόλλωνα. Συγκεκριμένα για την Επίδαυρο, όπου θα βρεθούμε αργότερα, από τον 8ο αιώνα π.Χ. λατρεύονταν ο Απόλλων, και αργότερα γύρω στον 6ο αιώνα π.Χ. εισήχθηκε η λατρεία του Ασκληπιού. Όπως δρούσαν παλιότερα οι Παίδες Απόλλωνος ως θεού της μαντικής ιδρύοντας ιερά σε πολλά μέρη του ελλαδικού χώρου, και οι Ασληπιάδαι έκαναν το ίδιο ως Παίδες Ασκληπιού, ως θεού της εξωτερικής θεραπείας, εφαρμόζοντας ειδικές γνώσεις καθαρά ιατρικής φύσεως. Σταδιακά οι δύο λατρείες συγχωνεύτηκαν, και κατά τα πρότυπα των δύο θεών που υπηρετούσαν οι φορείς αυτής της παράδοσης συνδύαζαν μαντικές, ιατρικές και φαρμακευτικές ικανότητες, χρησιμοποιώντας κάθε είδους θεραπευτικό μέσο, διακρινόμενοι για την πνευματική ευστροφία και την ψυχολογική παρατήρηση. Ομάδες από αυτούς περιέρχονταν τη γη, ταξίδευαν ιδρύοντας ιερά και βωμούς. Με αυτόν τον τρόπο σταδιακά εκτοπίστηκαν ή αφομοιώθηκαν οι προηγούμενες λατρείες των προκατόχων θεών και ηρώων, και υπήρξε σταδιακή απομάκρυνση από την εποχή των ημιθέων και του λεγόμενου δωδεκάθεου. Και αυτό είναι ένα γεγονός που αφορά την εξέλιξη της αρχαίας θρησκείας, με ιδιαίτερη σημασία ειδικά για την εξέλιξη της ελληνικής ιατρικής. Στην Επίδαυρο ο Απόλλων είχε την προσωνυμία "Μαλεάτας", από τον πρώτο Παίδα Απόλλωνος Μάλο ο οποίος εισήγαγε την λατρεία εκεί. Την ίδια προσωνυμία όμως είχε ο Απόλλων και στην Τρίκκη της Θεσσαλίας, τα σημερινά Τρίκαλα, δηλ. εκεί όπου υπήρχε το παλιότερο γνωστό Ασκληπιείο αφιερωμένο αρχικά στον Ασκληπιό, πράγμα που δείχνει την επικοινωνία μεταξύ των ιερών κέντρων, δεν επρόκειτο δηλαδή για ξεκομμένες πρακτικές εδώ κι εκεί αλλά υπήρχε ενιαίο υπόβαθρο.



Μπορεί κάτι μέσα σε έναν κόσμο εξ ορισμού ατελή να είναι τέλειο; Με ποιο δικαίωμα ο Γαληνός αποκαλεί την ελληνική ιατρική τέλεια; Κάποιο σοβαρό λόγο θα είχε. Καμία άλλη επιστήμη ποτέ στην ιστορία του ανθρώπου δεν αποκαλέστηκε “τέλεια”. Κάτι ιδιαίτερο θα πρέπει να είχαν οι Έλληνες εκείνοι που ασκούσαν την ιατρική. Κάτι που θα πρέπει να ήταν εξαιρετικό για να το χαρακτηρίσει ένας επιστήμονας του 2ου αιώνα μ.Χ., αιώνες μετά, ως “τέλειο”. Είπε λοιπόν ο Γαληνός ότι αυτό το τέλειο ο Ιπποκράτης το έφερε στο φως. Ο Ιπποκράτης μεταμόρφωσε την ιατρική από μυθολογία σε συστηματική γνώση, σε γνωστική επιστήμη. Την απάλλαξε από τον μεταφυσικό και θεοκρατικό χαρακτήρα της. Ο οποίος αυτός χαρακτήρας ωστόσο θα στοιχειώνει την ιατρική εις το διηνεκές, όπως εκφράζεται μέχρι σήμερα στη λαϊκή αντίληψη περί θεότητας. Έτσι σήμερα ο θεός του χριστιανισμού χαρακτηρίζεται ως Σωτήρ, το ίδιο προσωνύμιο που είχε κάποτε ο Ασκληπιός. Και όπως και τότε οι ασθενείς που συνέρρεαν στα θεραπευτικά κέντρα αφιέρωναν υλικά αντικείμενα, το ίδιο κάνουν και σήμερα στους χριστιανούς αγίους και στις εικόνες.



Εδώ και μερικά χρόνια, από τότε που μού ήρθε η ιδέα του ταξιδιού αυτού, έψαχνα, διάβαζα, ερευνούσα. Τα ταξίδια μου αρχίζουν πριν βγω στο δρόμο, γιατί με αυτόν τον τρόπο τα ταξίδια διαρκούν πολύ περισσότερο, και πριν, και μετά. Και αποκτούν νοήματα. Νοήματα που σού μένουν για πάντα. Αυτή ήταν μία σύντομη εισαγωγή στην αρχαία ελληνική ιατρική. Γνώση που με βοηθά να κατανοήσω τη σημασία των χώρων που επισκέπτομαι. Επισκέπτομαι και σκέπτομαι. Κάποτε η ιατρική ήταν διαφορετική από τη σημερινή όσον αφορά στο κοινωνικό της πλαίσιο, γιατί ήταν διαφορετική η ανθρώπινη κοινωνία. Η ιατρική δεν ήταν μία τεχνική υπόθεση που αφορά το σώμα καθ´ εαυτό, αλλά είχε ως βάση μια φιλοσοφία περί του ανθρώπου στο σύνολό του. Ο φυσικός άνθρωπος του παρελθόντος -ναι εκείνος που ήταν εν δυνάμει ίδιος με εμάς- είχε ικανότητες που σήμερα εμείς μπορούμε να τις εκλάβουμε και να τις ερμηνεύσουμε ως μαγεία. Για παράδειγμα, είναι δύσκολο για τον σύγχρονο άνθρωπο να κατανοήσει το φαινόμενο της εγκοίμησης στα αρχαία ιερά του Ασκληπιού. Ζώντας μέσα σε μία φύση που πάλλεται από τις φυσικές δυνάμεις, οι αρχαίοι άνθρωποι κατείχαν τη δύναμη της παρατήρησης. Διαπίστωναν ότι είναι μέρος της φύσης, παλλόμενοι οι ίδιοι από τις δυνάμεις της φύσης που τους περιέβαλε. Η φύση είναι ο συνδετικός κρίκος του ανθρώπου με τον κόσμο. Ζώντας από και με τα φυσικά στοιχεία, επινοούσαν τρόπους χειρισμού των φυσικών ενεργειών, έτσι ώστε όχι μόνο να επιτυγχάνουν θεραπεία, αλλά και πριν και πέρα από αυτό να ζουν κατά φύσιν διατηρώντας την υγεία τους και τη δύναμή τους, με άλλα λόγια καλλιεργούσαν μια φιλοσοφία περί της τέχνης του ζειν κατά φύσιν. Για τον φυσικό άνθρωπο, η γη, το νερό, ο αέρας, η φωτιά, είναι τα στοιχεία του κόσμου που είναι ταυτόχρονα και τα στοιχεία της ζωής, οι χυμοί που διαποτίζουν και όλα τα όντα και την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη. Από αυτά, η γη, ο αέρας και η φωτιά μπορούν εύκολα να βρεθούν, όμως το νερό, που δεν βρίσκεται παντού σε αρκετή ποσότητα, συνιστά το πλέον κρίσιμο στοιχείο ζωτικής σημασίας, και γι´ αυτό τα αρχαία ιερά ιδρύονταν, σχεδόν πάντα, σε συνάφεια με την παρουσία του νερού. Το νερό, λόγω της ιδιότητάς του να καθαρίζει, έχει από τη φύση του μια μαγική υπόσταση, για όλους τους λαούς όλων των εποχών. Στο συγκεκριμένο αυτό μέρος, το νερό ήταν, όπως και είναι, απολύτως κυρίαρχο. Ο Λούσιος, ο ποταμός της λούσεως, παρείχε τον λόγο της ύπαρξης, αλλά και ακόμα περισσότερο καθόριζε τον τρόπο της λειτουργίας του Ασκληπιείου της Γόρτυνας.

Μια γενική άποψη της αρχαίας Γόρτυνας με δύο ανεσκαμμένους χώρους, του ναού του Ασκληπιού και μιας εγκατάστασης με λουτρά στο βάθος.

Ο ναός του Ασκληπιού.

Οι εγκαταστάσεις του θεραπευτηρίου. Στο αριστερό μέρος της εικόνας φαίνεται ένας λίθινος αγωγός εισδοχής νερού με λοξή διεύθυνση ως προς τον προσανατολισμό του κτιρίου. Στο άνω δεξιό μέρος φαίνεται μία ομάδα από λουτήρες σε ημικυκλική διάταξη.

Το συγκρότημα των λουτήρων. Στο κέντρο υπάρχει ανυψωμένο δάπεδο με κεραμικές ψηφίδες. Τα λουτρά συμπεριελάμβαναν ένα σύστημα θέρμανσης του νερού, το οποίο αποκαλέστηκε από ξένους ερευνητές που ασχολήθηκαν με την αρχαία Γόρτυνα ως “αρκαδική ευρεσιτεχνία”! Αυτά προέρχονται από τον 4ο αιώνα π.Χ., όταν η λατρεία του Ασκληπιού εξαπλώνονταν στον ελληνικό χώρο. Η αρχαία Γόρτυς ανασκάφηκε συστηματικά από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή από το 1940 ως το 1956 και αποκαλύφθηκαν ανάμεσα στα άλλα τουλάχιστον δύο ασκπληπιεία.







Η Γόρτυνα ήταν σταθμός στον δρόμο Ολυμπίας-Μεγαλόπολης, όπως για τους Σπαρτιάτες αθλητές που πήγαιναν να αγωνιστούν στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Τα αρχαιολογικά στοιχεία που έχουμε μέχρι σήμερα για την Γόρτυνα είναι λίγα, καθώς δεν έχουν γίνει αρκετές ανασκαφές. Έχει εκτιμηθεί ότι η αρκαδική πόλη ήκμασε τον -4ο αιώνα, με δημόσια οικοδομήματα και ιαματικά λουτρά. Τα διαθέσιμα ευρήματα δείχνουν κατοίκηση από την υστεροελλαδική περίοδο, 1600 π.Χ. και την γεωμετρική εποχή. Η πόλη παρήκμασε μετά την ίδρυση της Μεγάλης Πόλεως, το 368, με την αναγκαστική μετοίκηση των κατοίκων, ενώ καταστράφηκε τον 12ο αιώνα μ.Χ. από τους Γότθους. Τα λουτρά λειτουργούσαν από τον 2ο αιώνα. Στο μαρτυρούμενο ναό του Ασκληπιού υπήρχε λατρευτικό άγαλμα φιλοτεχνημένο από τον Παριανό Σκόπα. Ο ναός είχε μεγάλη φήμη και κατά την παράδοση τον επισκέφθηκε ο Αλέξανδρος το 335 και προσέφερε θυσία με δόρυ και θώρακα.



Μετά από λίγες ώρες σε αυτό το αξέχαστο φαράγγι, ήδη νιώθω τη μέρα μου γεμάτη. Είναι μεσημέρι και μία υποψία πείνας περιδιαβάζει στο υπογάστριό μου. Μία γρήγορη λύση σε αυτό το πρόβλημα κρέμεται στα διπλανά δέντρα.

Ολόφρεσκα πεντανόστιμα αρκαδικά καρύδια.

Για τη συνέχεια η επιλογή που έχω είναι μία και μόνη: μία αρκαδική ανηφόρα. Δεν υπάρχει καμία άλλη επιλογή στη ζέστη του μεσημεριού! Πηγαίνω σιγά με τα πόδια σέρνοντας το βαρυφορτωμένο ποδήλατο. Η ανηφόρα δεν αστειεύεται. Νερό πουθενά, ερημιά, ψυχή ζώσα. Αλλά να, μία χελώνα! Παραδόξως, πηγαίνει καταμεσίς στην ζεστή άσφαλτο. Από τις αρκαδικές χελώνες κατασκεύαζαν γλυκόηχες λύρες και από μια τέτοια έκανε ο Απόλλωνας τη δική του. Της ρίχνω μερικές σταγόνες νερό στο κεφάλι. Η χελώνα αντί να φύγει μακριά γυρνά προς το ποδήλατό μου. Λες και θέλει να μου δώσει κουράγιο, να μου πει, ε εσύ μην παραπονιέσαι που πας αργά, να ορίστε εγώ πηγαίνω πιο αργά από σένα.



Ο δρόμος γίνεται χωμάτινος και η πεζοπορία στην ανηφόρα συνεχίζεται. Απόλυτη ερημιά, ψυχή ζώσα γύρω.  Σε μια διασταύρωση στη μέση του πουθενά, μια πινακίδα πληροφορεί με άκρα λεπτομέρεια για το ετήσιο ωρολόγιο πρόγραμμα επισκέψεων κάποιας χριστιανικής μονής. Η σύγκριση με την πινακίδα του αρχαιολογικού χώρου της Γόρτυνας πιο κάτω, τραγικά αναπόφευκτη. Ερώτηση: εκτός αυτών των “ωρών λειτουργίας” η μονή δεν λειτουργεί; Και πρόσεξε την μία ώρα το απόγευμα, θα έρθει δηλαδή εδώ κάποιος στου διαβόλου τη μάνα μόνο για μία ώρα; Αλλά σε αυτό που αποκαλούν ως “θρησκευτικό τουρισμό" ο οβολός έχει σημασία. Έτσι αντιλαμβάνονται την “λειτουργία” του μοναστηριού: όλη η ιστορία είναι στους επισκέπτες. Σύγχρονος χριστιανικός μοναχισμός, να τρίζουν τα κόκκαλα του Μεγάλου Αντωνίου.



Μετά την αρχαία Γόρτυνα η κατεύθυνσή μου θα είναι προς τα βορειοδυτικά, επάνω από τη δεξιά όχθη του ποταμού Αλφειού, έχοντας ως επόμενο στόχο την αρχαία Αλίφειρα. Από αυτά τα μέρη δεν έχω ποτέ στη ζωή μου ξαναπεράσει. Ήδη από τον χάρτη καταλαβαίνω, ότι πρόκειται για μέρη ερημικά. Η ερημία διακόπτεται από λίγα μικρά χωριά γατζωμένα στους ορεινούς όγκους, που φέρουν ιδιάζουσες ονομασίες. Το πρώτο χωριό που συναντώ στο δρόμο μου λέγεται Ατσίχολος. Σκαρφαλώνοντας σε ένα ακόμη βουνό, το χωριό με υποδέχεται με μία μοναξιά. Ζήτημα είναι αν θα υπάρχει μια δεκάδα ανθρώπων σε αυτό το χωριό αυτή τη στιγμή.













Τα επόμενα δυο χωριά θα αποδειχτούν ακόμη πιο έρημα. Βλαχόραφτη και Σαρακίνι, απολύτως έρημα... πλήθος ανθρώπων ίσον μηδέν. Αυτοκίνητα που συναντώ στο δρόμο... ίσον μηδέν επίσης. Ο στενός ασφαλτόδρομος ανεβοκατεβαίνει σε πουρναρότοπους, χωρίς να μπορώ να μαντέψω πού πηγαίνει, αφού πάντα το επόμενο βουνό κρύβει τη διαδρομή. Αυτό το απόγευμα χαμένος μέσα στα βουνά αυτά, πορεύομαι προς το άγνωστο. Και όμως, πόσο περίεργο, να σκεφτείς ότι κάποτε, στα βάθη του χρόνου, τα μέρη αυτά έσφυζαν από ζωή! Ο περιηγητής Παυσανίας ακολούθησε μία αντίστροφη πορεία από εμένα, δηλαδή πέρασε την δεξιά όχθη του Αλφειού από ΒΔ προς ΝΑ, και μαρτυρεί για τις πόλεις που συνάντησε με περιγραφές και πληροφορίες για την ιστορία τους και τους μύθους τους, Ηραία, Μελαιναί, Βρένθη. Υπήρχε και μία πόλη ονόματι Τραπεζούς, που βρήκε περνώντας στην αριστερή όχθη του Αλφειού, για την οποία όπως λέει στα Αρκαδικά του για το ταξίδι του που έγινε τα έτη 173-177 στην Αρκαδία, “διαβάντων Αλφειόν χώρα καλουμένη Τραπεζουντία και πόλεως εστιν ερείπια Τραπεζούντος”. Οι κάτοικοι της Τραπεζούντος δεν συναίνεσαν στην αναγκαστική μετοίκηση στη Μεγάλη Πόλη και έφυγαν στον Εύξεινο Πόντο όπου ίδρυσαν την φημισμένη Τραπεζούντα.

Οδηγώντας αυτό το μυστηριακό απόγευμα το ποδήλατό μου σε αυτά τα ατελείωτα άγρια βουνά, και τι δεν θα έδινα να μπορούσα να γυρίσω πίσω τον χρόνο. Να δω κι εγώ εκείνα που είδε ο Παυσανίας. Σε αντίθεση με τις ευκολίες που έχουμε σήμερα, πόσο επίπονο και επικίνδυνο ήταν τότε ένα ταξίδι! Να δω τα μέρη αυτά όπως ήταν τότε, πριν από 18 αιώνες, γεμάτα πόλεις, ανθρώπους, να σφύζουν από ζωή. Και μετά να γυρίσω τον χρόνο πάλι ανάποδα και να φέρω στο σήμερα εδώ μαζί μου τον Παυσανία, να τού δείξω την άσφαλτο και το ποδήλατο, και να τού δείξω τα σημερινά αυτοκίνητα και να του ζητήσω να μου δείξει αυτός πώς ανεβοκατέβαινε τα βουνά με τα μουλάρια στα δύσβατα ορεινά μονοπάτια, να του δείξω τη φωτογραφική μηχανή και το κινητό και το τάμπλετ πώς γράφω και ηχογραφώ και τραβώ φωτογραφίες και να τού ζητήσω να μου δείξει αυτός πώς κρατούσε τις σημειώσεις του, να του δείξω τους λεπτομερείς χάρτες στη συσκευή μου, να του δείξω το GPS, να τού δείξω πώς μπορώ να βλέπω το ανάγλυφο τρισδιάστατο με ακρίβεια τετραγωνικού μέτρου, να του δείξω πώς επικοινωνώ ανά πάσα στιγμή με όποιον θέλω, με τηλέφωνο, με μήνυμα, πώς έχω διαδίκτυο και πώς μπορώ να βρίσκω πληροφορίες για ο,τιδήποτε. Να τού δείξω όλα αυτά για να δω την έκφρασή του. Τι δεν θα έδινα για να δω για μια στιγμή το πρόσωπο του ανθρώπου όταν θα τού εξηγούσα όλα αυτά!







Σέρνοντας την ύπαρξή μου στις ανηφόρες, φτάνω στο χωριό Παλαιόκαστρο. Τα σημερινά μου χιλιόμετρα δεν ήταν πολλά, αλλά η εξαιρετική τοποθεσία του μέρους και η ονομασία του χωριού αυτού με ωθούν να μείνω απόψε εδώ, ερευνώντας λίγο περισσότερο την ιστορία αυτού του τόπου. Η λέξη “παλαιόκαστρο” σημαίνει ότι κάποιο κάστρο υπήρχε εδώ, αναμφίβολα. Αυτό το χωριό κατοικείται και θα μάθω για το παλιό μυκηναϊκό κάστρο επάνω στο λόφο. Αφού επιλέξω το σημείο που θα στήσω τη σκηνή μου για απόψε, αφήνω το ποδήλατο και πιάνω το μονοπάτι για την κορυφή.

Η τοποθεσία είναι εξαιρετική. Υπάρχει μια καταπληκτική θέα προς τα βουνά που φαίνονται προς όλα τα σημεία του ορίζοντα, με μια πανοραμική θέα μέχρι το όρος Λύκαιο και το Μαίναλο. Προς τα Ν βρίσκεται η χαράδρα του Αλφειού, με το ποτάμι να φαίνεται στο βάθος της. Προς τα ΒΑ βρίσκεται το σημερινό χωριό. Προς Β απλώνεται μια εντυπωσιακή πεδιάδα με διάφορες καλλιέργειες και δυο κοπαδάκια που ασπρίζουν στον απογευματινό ήλιο. Βρίσκω την πληροφορία ότι στο άκρο της πεδιάδας βρίσκεται μυκηναϊκό νεκροταφείο, και αποφασίζω ότι αύριο περνώντας από την πεδιάδα θα το επισκεφθώ. Ερείπια αρχαιότατης οχύρωσης υπάρχουν σκόρπια γύρω μου, επάνω στην επιφάνεια του λόφου. Τα ερείπια αυτά ανήκουν ή στην αρχαία πολή Βρένθη ή στο Βουφάγιον του Παυσανία.











Στην εντυπωσιακή αυτή τοποθεσία, καθίσταται προφανές σε τι παράδεισο ζούσαν οι αρχαίοι άνθρωποι. Η ακρόπολη με την οχύρωση προσέφερε επιτήρηση και ασφάλεια. Η πεδιάδα κάτω προσέφερε εύφορη γη για καλλιέργειες. Τα βουνά προσέφεραν κτηνοτροφία και κυνήγια. Το νερό κάτω στην πεδιάδα έρρεε άφθονο και όπως έχω ήδη μάθει εκεί υπάρχει μέχρι σήμερα μεγάλη πηγή. Κάτω στην άκρη της πεδιάδας είχαν το νεκροταφείο τους. Μια τέτοια απέραντη φύση έδινε όλα τα αγαθά της ζωής. Μια τέτοια απέραντη φύση, πώς λοιπόν να μη θρέψει πόλεις και πολιτισμούς;

Και εδώ προκύπτει ένα ερώτημα, αβίαστο αλλά αδυσώπητο. Εκείνα τα χρόνια, στα βάθη της ιστορίας, με τα μέσα που διέθετε τότε ο άνθρωπος, πολιτισμοί ολόκληροι, οι ελληνικές πόλεις-κράτη, ανθούσαν. Σήμερα, με όλα τα τεχνικά μέσα που υπάρχουν, οι άνθρωποι πού είναι; Γιατί τα χωριά αυτά είναι έρημα; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι γνωστή, δυστυχώς. Οι άνθρωποι μετοίκησαν στο άστυ, και δουλεύουν, δούλοι υποτελείς, για το ξεροκόμματο το επιούσιο, και για το χρέος σε κράτος και τράπεζες, περνώντας τις ζωούλες τους μέσα σε τσιμεντένια μπουντρούμια, θρηνώντας για χαμένους παραδείσους της Αρκαδίας.

Από τη μεριά μου έχω κάθε λόγο απόψε να χαίρομαι για έναν ακόμα κερδισμένο παράδεισο. Περνώντας από τα μέρη αυτά, γνώρισα μία ακόμα πανάρχαια γωνιά της ελληνικής γης. Ο καιρός είναι απολαυστικός. Θα με φιλοξενήσει μία ήσυχη γωνιά με αφράτο γρασίδι στις παρυφές του χωριού. Έχω στη διάθεσή μου ό,τι χρειάζομαι για να περάσω μία ακόμα υπέροχη νύχτα. Ο ήλιος πέφτει στα βουνά της δύσης. Όταν έχει ετοιμαστεί το αποψινό γεύμα και η κατσαρόλα αναδίδει την ευωδία της, ένα τσούρμο από γάτες θα ακροβολιστούν τριγύρω, ενώ μία παρέα χωριανών θα έλθουν να γνωρίσουν έναν περίεργο ξένο που βρέθηκε σήμερα στο απόμερο χωριό τους με το ποδήλατό του μέσα από το πουθενά.



> Επόμενο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου