Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου

Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου
Από τους ελαιώνες της Λακωνίας στα δάση του Πάρνωνα. 59 χιλιόμετρα.


Το σούρουπο με βρήκε χθες στους Αγίους Αναργύρους, όπου φιλοξενήθηκα στο προαύλιο της εκκλησίας στην είσοδο του χωριού. Μετά από μια ήσυχη νύχτα ξυπνώ γεμάτος κέφι νωρίς, για να απολαύσω το πρωινό στους απέραντους ελαιώνες και τους θαμνότοπους στη διαδρομή προς το λακωνικό Γεράκι.





Σήμερα με περιμένει μία δύσκολη διαδρομή. Μετά το Γεράκι θα αρχίσει η μεγάλη ανάβαση. Το πρώτο μισό της ημέρας αναμένεται να καταναλωθεί μέχρι τον Κοσμά. Ανεβαίνω συντηρητικά, προσπαθώντας για τη μέγιστη δυνατή οικονομία δυνάμεων. Αυτή τη διαδρομή την έκανα με ποδήλατο για πρώτη μου φορά την δεκαετία του 1990, όταν ο δρόμος ήταν ένας απλός χωματόδρομος - ή πιο σωστά ένας απλός κατσικόδρομος. Ο σημερινός δρόμος δεν θυμίζει σε τίποτα τα χρόνια εκείνα. Ένας αξιοπρεπέστατος ασφαλτόδρομος σκαρφαλώνει στους θαμνότοπους του Πάρνωνα, οδηγώντας σταδιακά από τη ζέστη της πεδιάδας στη δροσιά του βουνού, με τα κουδούνια μερικών κοπαδιών να ακούγονται εδώ κι εκεί πάνω στις ράχες και τις λαγκαδιές.



Ο Κοσμάς είναι ένα γραφικότατο χωριό, στα 1200 μέτρα ψηλά μέσα στο ελατόδασος του Πάρνωνα. Μετά από την δυνατή ανηφόρα, φτάνω κατά τις 11 και δικαιούμαι μία ανάπαυση τουλάχιστον μίας ώρας και ένα καλό γεύμα. Πίσω από την πέτρινη εκκλησία της πλατείας μία βρύση τρέχει υπέροχο κρύο νερό.



Από τα μαγαζάκια της πλατείας συμπληρώνω τα τρόφιμά μου και προετοιμάζομαι για το υπόλοιπο της ημέρας, για τις ερημιές του Πάρνωνα. Θα διασχίσω την οροσειρά προς τα βορειοδυτικά, κατευθυνόμενος προς τον Άγιο Πέτρο και προς την πεδιάδα της Τρίπολης. Η διαδρομή αυτή είναι παρθένο έδαφος για μένα. Γνωρίζω ότι δεν υπάρχουν χωριά, και αναμένεται να φτάσω στον Άγιο Πέτρο περίπου αύριο το μεσημέρι. Έχω μπροστά μου ένα 24ωρο ερημίας, σε μέρη άγνωστα, και σε δρόμους που θα έχουν τη δυσκολία τους. Ξεκίνησα το πρωί από τα 300 μέτρα υψόμετρο, ήδη πάει μεσημέρι και είμαι στα 1200, και για το υπόλοιπο μισό της ημέρας έχω μπροστά μου μία δύσκολη ορεινή διαδρομή, και όλα αυτά με ένα ποδήλατο βαρυφορτωμένο σε υπερβολικό βαθμό.

Κάπου κοντά στο χωριό του Κοσμά μαρτυρείται ένα αρχαίο ιερό του Απόλλωνος Μαλεάτα. Ο Μαλεάτας λατρεύονταν στην Επίδαυρο, έχοντας εισαχθεί εκεί από τον Παίδα Απόλλωνος Μάλο, όπως θα δούμε αργότερα. Σε αυτό το υγιεινότατο δασικό περιβάλλον, θα έλεγε κανείς ότι θα ήταν αναμενόμενο να υπάρχει ένα τέτοιο ιερό. Πληροφορούμαι ωστόσο ότι σήμερα δεν υπάρχει κανένα λείψανο άξιο λόγου. Μετά από ένα γεύμα λοιπόν αυτό το μεσημέρι, ετοιμάζομαι για την επόμενη περιπέτειά μου στα δάση του Πάρνωνα. Ερημιά. Εγώ και το επιβλητικό ελατόδασος, κανείς άλλος. Ένα αυτοκίνητο κυνηγού με προσπερνά και χάνεται στο πουθενά. Κάπου κάπου μία βρύση δίνει στον κόσμο νερό.



Το τοπίο είναι σκληρό. Μονότονο. Ανελέητο. Ώρες ατελείωτες, εδώ αναμετριέσαι με ένα δυνατό βουνό. Ανεβαίνεις, σε δύσκολη ανηφόρα, πολλές φορές με τα πόδια, μόλις η ανηφόρα τελειώσει ακολουθεί μία κατηφόρα, και ξανά πάλι ανηφόρα. Αυτό το μοτίβο συνεχίζεται, επαναλαμβανόμενο ανηλεώς. Ώρες ατελείωτες. Ο χρόνος λες και έχει σταματήσει. Ανεβαίνεις, κατεβαίνεις, μέσα στο ίδιο τοπίο. Ο Πάρνωνας είναι ένα βουνό επίμονο, ατελείωτο, σκληρό. Ένα βουνό αντρίκιο. Ένα βουνό δωρικό.



Το ελατόδασος χαρίζει άπλετο οξυγόνο. Το βλέμμα μου πλανιέται ανάμεσα στο βαθύ πράσινο του έλατου και στο βαθύ γαλάζιο του ουρανού. Ο δρόμος συνέχεια με ανεβοκατεβάζει. Το ένα χιλιόμετρο διαδέχεται το άλλο, η μία ώρα την άλλη. Όμως ο χρόνος νομίζω ότι έχει σταματήσει. Το κορμί μου χάνεται μέσα στο επαναλαμβανόμενο τοπίο, και το μυαλό μου το ακολουθεί. Περιστασιακά μέσα στην ερημία εντοπίζω σημάδια ανθρώπινης παρουσίας, κάποια υπονοούμενα μάλλον, γιατί άνθρωπο δεν βλέπω πουθενά.



Για να καταλάβω τη θέση μου μέσα στο χωροχρόνο, πρέπει να ανοίξω τη συσκευή για να δω την ώρα και τη θέση μου στον χάρτη με τη βοήθεια του GPS. Ο δρόμος έχει μεγάλες κλίσεις και τα χιλιόμετρα δεν βγαίνουν, και μού είναι αδύνατο να εκτιμήσω πού θα διανυκτερεύσω. Ίσως φτάσω για τη νύχτα στο καταφύγιο, ίσως όχι, οπότε θα στήσω τη σκηνή μου κάπου στο δάσος. Πάντως ο καιρός είναι ευχάριστος.

Μια διασταύρωση οδηγεί προς ένα χωριό με το όνομα Πλατανάκι. Ο Πάρνωνας είναι μία τεράστια οροσειρά, καλύπτει στο χάρτη μία μεγάλη επιφάνεια. Είναι άξιο απορίας πώς υπάρχουν χωριά μέσα σε αυτή την ερημία. Πραγματικά είναι να απορήσεις, τι μπορεί να κάνουν οι άνθρωποι μέσα σε αυτή την ερημία, στη σύγχρονη εποχή μας. Για ποιο λόγο να έλθει κάποιος να ζήσει εδώ; Να κάνει τι; Εάν περπατήσεις σε αυτόν τον τόπο, εάν τον ζήσεις από πρώτο χέρι, αυτομάτως θα νιώσεις αυτή την απορία.

Ο απόλυτος μινιμαλισμός σε μια αφίσα, στερεωμένος πρόχειρα με κολλητική ταινία επάνω στον κορμό του έλατου, στη μέση της άδειας ερημιάς. Το πότε, το πού, το όνομα του πόθου, και ο πόθος ο ίδιος. Αυτά. Τίποτε άλλο. Μια αφίσα απολύτως προσαρμοσμένη στο πνεύμα του τόπου: απολύτως λακωνική.

Οι ώρες περνούν η μία μετά την άλλη. Ο ήλιος παίρνει κλίση προς τα δυτικά, πάνω από τα βουνά που διαδέχονται το ένα το άλλο. Την άσφαλτο έχει προ πολλού διαδεχθεί ένας σκληρός πετρόδρομος. Στα περισσότερα σημεία του δρόμου αυτού δεν μπορώ να ποδηλατίσω, μόνο μπορώ να πάω με τα πόδια. Σε ένα κομμάτι σχετικά βατό και κατηφορικό, χάνω την ισορροπία μου επάνω στο ποδήλατο και έχω μία πτώση. Ζημιά άξια λόγου δεν υπάρχει, όμως χτυπήθηκε το αριστερό μου γόνατο από μία κοφτερή πέτρα. Το χτύπημα ήταν αρκετά δυνατό, ευτυχώς όμως δεν επηρεάζεται κρίσιμα η κινητικότητα της άρθρωσης. Πλένω την πληγή με καθαρό νερό, περιποιούμαι το τραύμα, και σε λίγη ώρα θα συνεχίσω και πάλι στο δρόμο.

Προσπαθώ να βρω τη θέση μου στον χάρτη με το GPS και να καταλάβω πού στο καλό βρίσκομαι. Ο δρόμος στο μεγαλύτερο μέρος του είναι επίμονα ανηφορικός. Μετά την πτώση έχω χάσει αρκετό από το κέφι μου, δεν έχω καμία διάθεση για φωτογραφίες, θέλω απλά να τελειώσει μία ώρα αρχίτερα αυτό το ανελέητο τοπίο. Ανεβαίνω, ανεβαίνω, φτάνω σε μία διασταύρωση, αντιλαμβάνομαι ότι θέλω λίγα χιλιόμετρα μέχρι το καταφύγιο. Όμως η ανηφόρα δεν με συγχωρεί, δεν με αφήνει να ανέβω στο ποδήλατο, αλλά το σέρνω προς τα πάνω με τα χέρια. Βρίσκομαι ήδη στα 1400 μέτρα ψηλά και ανεβαίνω.

Ο ήλιος πέφτει κι άλλο, και μαζί του πέφτει σημαντικά η θερμοκρασία. Σήμερα έκανα πολλά και δύσκολα χιλιόμετρα. Η κούραση της ημέρας ήδη βγαίνει, και όπως είμαι ιδρωμένος από την προσπάθεια η κατάσταση απαιτεί προσεκτική διαχείριση των δυνάμεων και προστασία από το κρύωμα. Η ανηφόρα συνεχίζεται ανελέητα και δεν με αφήνει να προωθηθώ. Το σκοτάδι έρχεται και αποφασίζω να μην το τραβήξω άλλο. Βρίσκω ένα ξέφωτο με αφράτο γρασίδι και προστατευμένο από τον άνεμο, ντύνομαι πολύ καλά για να μην κρυώσω στον παγωμένο αέρα, στήνω σκηνή, τρώω μισό γεύμα, και αμέσως ακολουθεί ύπνος για άμεση ανάληψη δυνάμεων. Η άμεση προτεραιότητα είναι το σώμα να τυλιχτεί στο ζεστό υπνόσακκο και να αναλάβει. Βρίσκομαι στα 1469 μέτρα ψηλά, με θερμοκρασία σίγουρα κάτω από 10 βαθμούς. Μετά από λίγες ώρες ξυπνώ αρκετά ξεκούραστος, με τον δίσκο της σελήνης στον ουρανό της σκηνής. Βγαίνω έξω, τρώω ένα άλλο μισό γεύμα, και ακολουθεί αμέσως πάλι ύπνος μέχρι το ξημέρωμα.


> Επόμενο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου