Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου
Από το Αγγελόκαστρο στη Δάφνη. 63 χιλιόμετρα.
Όταν τα άστρα αρχίζουν να υποχωρούν στο πρώτο φως της ημέρας που σκάει από την ανατολή, ξυπνώ και ανοίγω τα μάτια. Ενώ περιμένω να κρυώσει το πρωινό μου, κάνω έναν βιαστικό έλεγχο στο ποδήλατό μου, για να ανακαλύψω γεμάτος έκπληξη ότι το ίδιο σενάριο με την σπασμένη ακτίνα πριν από δύο εβδομάδες θα συμβεί και σήμερα. Η διάβαση του Πάρνωνα άφησε στο ποδήλατό μου την ίδια ακριβώς πληγή με αυτή που τού άφησε η διάβαση του Ερύμανθου. Το σενάριο είναι ακριβώς το ίδιο: σπασμένη ακτίνα πίσω αριστερά. Η ρεζέρβα ακτίνα που πήρα από την Σπάρτη θα πιάσει τόπο.
Σήμερα θα κινηθώ στα όρια των νομών Αργολίδος και Κορινθίας, προς τον τελευταίο προορισμό του ταξιδιού μου, το Ασκληπιείο της Τιτάνης.
Τα τοπία δεν μπορούν να κρύψουν από το έμπειρο μάτι το μεγάλο ιστορικό πρόβλημά τους: την υπερβόσκηση. Η γωνιά αυτή της Ελλάδας, όπως προκύπτει από τα γενικότερα ιστορικά και αρχαιολογικά δεδομένα -Επίδαυρος, σπήλαιο Φράγχθης κλπ.- από αρχαιοτάτων χρόνων κατοικούνταν και είχε αξιόλογο πολιτιστικό επίπεδο. Ωστόσο λόγω των χαμηλών υψομέτρων και του ζεστού κλίματος, το κόστος του πολιτισμού ήταν η σημαντική επίδραση στο περιβάλλον, με πιο έντονη επίδραση ειδικά την υπερβόσκηση. Στα βάθη του χρόνου ασφαλώς θα υπήρχαν δάση, αλλά σήμερα έχουν απομείνει μόνο πουρναρότοποι και πετρότοποι ξεροψημένοι από τον ανελέητο ήλιο. Το πρόβατο και κυρίως το γίδι, είναι μέχρι σήμερα το κυρίαρχο στοιχείο του τοπίου. Εδώ κι εκεί μέσα στις μισγάγγειες μπορεί να διακρίνει κανείς ίχνη από αρχαίες παραδοσιακές καλλιεργητικές αναβαθμίδες. Σήμερα φαίνεται αδύνατο να καλλιεργήσει κανείς μέσα στα άγρια ξεροβούνια, αλλά προφανώς στο παρελθόν οι άνθρωποι καλλιεργούσαν και ζούσαν μέσα σε αυτά τα σημερινά έρημα βουνά.
Καταμεσής στο κατάξερο τοπίο, συναντώ απροσδόκητα λίγες μικρότατες οάσεις νερού γύρω από παλιά πηγάδια. Τα πηγάδια τα χρησιμοποιούν οι βοσκοί για να ποτίζουν τα ζώα τους, ανεβάζοντας νερό με κουβά και με τα χέρια. Ένας βοσκός θα μου πει ότι η λειψυδρία είναι ασφαλώς το μεγάλο πρόβλημα αυτών των χωριών - το νερό “με το ζόρι φτάνει για να πιούμε”.
Ενώ κυλώ σε μια λοφοπλαγιά, πιάνει το μάτι μου μια "τουλούμπα". Η παλιά, παλαιότατη, παραδοσιακή χειραντλία με την οποία βγάζανε νερό από τα σπλάχνα της γης με το χέρι. Πάνε πάρα πολλά χρόνια από τότε που έχω να δω τουλούμπα! Θυμάμαι μικρό παιδί, είχαμε μία στην αυλή πάνω από το παλιό πηγάδι και η γιαγιά τουλουμπάριζε και μού έπλενε τα χέρια και τα πόδια από τα χώματα πριν με αφήσει να μπω μέσα στο σπίτι. Ω τι μνήμες μού φέρνει αυτό το αντικείμενο! Όμως αυτή η τουλούμπα, τι παράδοξο, βρίσκεται κυριολεκτικά μέσα στη μέση του πουθενά, μέσα στη μέση ενός άδειου γυμνού τοπίου. Τι απίστευτο θέαμα μία τουλούμπα μέσα σε αυτό το τοπίο! Πιάνω το χέρι μου και δοκιμάζω να κινήσω τη μανιβέλα, και συμβαίνει το δεύτερο απίστευτο γεγονός: η τουλούμπα βγάζει νερό! Και όχι μόνο, αλλά το νερό είναι δροσερό, υπέροχο. Υπέροχο νερό μέσα στην έρημο!
Φτάνοντας στο χωριό Λίμνες, βρίσκω έναν ίσκιο κοντά στην πλατεία και κοντά σε κόσμο, όπου θα επιδιορθώσω την σπασμένη μου ακτίνα. Το σενάριο πραγματικά θα επαναληφθεί ακριβώς το ίδιο, και σε είκοσι λεπτά το ποδήλατό μου θα είναι έτοιμο και πλήρως αξιόμαχο. Αυτό το κυριακάτικο πρωινό μια ομάδα χωριανών κάθονται στο καφενείο-μαγαζάκι της πλατείας, με χαλαρή και φιλική διάθεση. Ο παπάς του χωριού θα αποδειχθεί μία αξιόλογη ζωντανή πηγή πληροφοριών. Χαίρομαι να συνομιλώ με έναν άνθρωπο που είναι ανοιχτόμυαλος, ερευνητικός, με σεβασμό στην ιστορία και την αρχαιολογία του τόπου του, από τον οποίο προσλαμβάνω αφειδώς έναν καταιγισμό πληροφοριών για το παρελθόν και το παρόν της περιοχής αυτής, της αρχαίας Πρόσυμνας και της βορειοανατολικής Αργολίδας.
Συζητάμε ενώ επισκευάζω το ποδήλατο. Σε μία στιγμή με ρωτά, εάν γνωρίζω από αρχαία νομίσματα. Η απάντησή μου είναι αρνητική, ωστόσο δεν μπορώ να κρύψω την περιέργειά μου για την ερώτηση. Μού δείχνει από μακριά έναν χωρικό, λέγοντάς μου ότι είναι βοσκός και τού έφερε μόλις ένα μικρό μεταλλικό αντικείμενο που βρήκε στο βουνό. Βγάζει το αντικείμενο για να μού το δείξει στο χέρι. Πράγματι μοιάζει με αρχαίο νόμισμα, στη μία πλευρά έχει ένα εγχάρακτο σχήμα τύπου Δ και στην άλλη πλευρά ένα άλλο απροσδιόριστο σχήμα. Οι τσομπάνηδες της περιοχής βρίσκουν πολλά τέτοια νομίσματα και άλλα αντικείμενα και τα πωλούν σε συλλέκτες για ευτελή ποσά.
Όταν έχω τελειώσει με το ποδήλατο και αναχωρώ προς τα βόρεια για το Αγιονόρι, ο καταπληκτικός παπάς με περιμένει σε μία βρύση στην έξοδο του χωριού. Κρατά στοργικά μια αγκαλιά βιβλία και θέλει να μου τα δείξει. Το πρώτο είναι ένα παλιό έντυπο ετήσιο ημερολόγιο. Το ημερολόγιο δεν μπορεί να μου το δώσει, γιατί δεν έχει άλλο, αλλά δεν πειράζει καθόλου. Έρχεται η ώρα της ψηφιακής τεχνολογίας. Μπορώ να το φωτογραφίσω, και έτσι το μοναδικό ημερολόγιο που απέμεινε από το 2003 μπορεί να διαιωνιστεί ως ψηφιακή πληροφορία.
Το δεύτερο βιβλίο που θα μού δείξει είναι μία δημοσιευμένη εργασία ομάδας Σουηδών αρχαιολόγων, που εργάστηκαν εδώ στην περιοχή στην περίοδο 1988-1990. Παραθέτω την αναφορά στην εργασία, δηλ. το εξώφυλλο και τον συνοπτικό πίνακα περιεχομένων στο εσώφυλλο. Είναι σαφές ότι τα αρχαιολογικά δεδομένα εκτείνονται σε όλες τις περιόδους και η πολιτιστική συνέχεια είναι πλήρης, από τα προϊστορικά χρόνια του μύθου μέχρι σήμερα. Μέχρι σήμερα η ελληνική αρχαιολογική υπηρεσία δεν έχει ασχοληθεί με την αρχαιολογία της περιοχής.
Ένα συνηθισμένο πρωινό του Σεπτέμβρη ένας κατά τα άλλα ασήμαντος άνθρωπος ενός ασήμαντου χωριού της ελληνικής επαρχίας μού έδωσε κάποιες πληροφορίες, οι οποίες, ποιος ξέρει, ίσως να μου χρησιμεύσουν ή να τις αξιοποιήσω κάποτε σε συνδυασμό με άλλες πληροφορίες από άλλους ανάλογους τόπους ή χρόνους. Ενώ το ποδήλατό μου κυλά στα έρημα βουνά της Αργολίδος αυτό το κυριακάτικο πρωινό, για μια ακόμα φορά αναρωτιέμαι, πόσο ιστορικό και πολιτιστικό πλούτο μπορεί να κρύβει αυτή η χώρα. Διότι χωρίς να έχω καμία προηγούμενη γνώση ή πρόθεση, η τύχη με φέρνει συχνά μπροστά σε συμβάντα και πρόσωπα από τα οποία μαθαίνω με έναν απόλυτα βιωματικό τρόπο και κυριολεκτικά μέσα από το πουθενά και το τίποτα. Αυτό είναι ένα συχνό βίωμα στην ελληνική ύπαιθρο, το οποίο αποκαλώ ως “μαγεία του αναπάντεχου”. Έχω την αίσθηση ότι αυτά που μαθαίνω είναι μόνο η κορυφή ενός παγόβουνου, του παγόβουνου του πολιτισμού που κρύβεται θαμμένο μέσα στη μάνα γη κατά τα εννέα δέκατα, περιμένοντας να έρθει στο φως. Όπως φαίνεται, θα περιμένει εκεί για πολύ.
Το Αγιονόρι.
Φθάνω στην Αρχαία Νεμέα κάτω από τον ήλιο του μεσημεριού. Είναι η πρώτη φορά που έρχομαι σε αυτή την ειδυλλιακή τοποθεσία με τα 8.000 χρόνια πολιτισμού. Η εύφορη κοιλάδα βρίσκεται στους πρόποδες των αρκαδικών βουνών όπως αυτά χύνονται προς τον Κορινθιακό Κόλπο. Αφήνω το ποδήλατό μου σε έναν ίσκιο, διατεθειμένος να αποβάλω κάθε βιασύνη για να επισκεφθώ με την άνεσή μου το μουσείο και τον αρχαιολογικό χώρο.
Τις τελευταίες μέρες κι εκείνες τις ήσυχες ώρες του διαβάσματος πριν τον νυκτερινό ύπνο, όσο πλησίαζα προς τη Νεμέα και προς το τέλος του ταξιδιού, αναζητούσα πληροφορίες στη συσκευή μου μεταξύ άλλων και για την αρχαιολογική ιστορία της Νεμέας. Έχω μία αίσθηση ότι το σημαντικό στοιχείο στην όλη ιστορία, αυτό που σού μένει τελικά ως ένα είδος ηθικού διδάγματος, είναι η μαγεία του να είσαι Έλληνας. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι η ιδιότητα του Έλληνα μπορεί να προσκτηθεί από κάθε άνθρωπο ασχέτως φυλής ή καταγωγής. Έλληνας σημαίνει πολιτισμένος. Έλληνας είσαι επειδή γίνεσαι, κι επειδή έχεις γίνει γι´ αυτό και αξίζει να είσαι, και για πάντα θα είσαι. Χαίρομαι να είμαι Έλληνας, όχι όμως επειδή η ταυτότητά μου γράφει “υπηκοότητα Ελληνική”. Επειδή συμβαίνει να το γράφει, νιώθω διπλή χαρά. Μία ανάλογη διπλή χαρά παρόμοια με αυτή που μπορεί να νιώθει ο κύριος Στέφανος Μίλλερ, μετά το 2005 όταν ο πρόεδρος της δημοκρατίας του απένειμε τιμητικά την ελληνική υπηκοότητα. Είναι απολύτως εντυπωσιακό το πόσο αγνοούν οι σημερινοί Έλληνες την σύγχρονη ιστορία, το ότι δεν τη διδάσκονται, όπως και το γεγονός ότι, ό,τι υπάρχει σήμερα στη Νεμέα δεν έγινε από την ελληνική πολιτεία, αλλά έγινε από πρωτοβουλία ιδιωτών που είναι Έλληνες όχι επειδή το γράφει η ταυτότητά τους.
Αμέσως μετά την είσοδο στο μουσείο, ο επισκέπτης βλέπει μεγάλες αναμνηστικές πλάκες με πολλά ονόματα. Ονόματα ανθρώπων, χάρη στους οποίους έγιναν όλα αυτά που βλέπει σήμερα. Ονόματα Ελλήνων, ασχέτως εθνικότητος ή υποκοότητος. Benefactors, sponsors, patrons, contributors, εργάτες, συνεργάτες, αγρότες που πρόσφεραν τα κτήματά τους. Μία πλάκα αναφέρεται ειδικά στον Rudolph Peterson, τον αρχικό δωρητή και τότε πρόεδρο της Τράπεζας της Αμερικής.
Όσα βλέπει ο επισκέπτης σήμερα στη Νεμέα έγιναν με το δημιουργικό πείσμα ενός Έλληνα, ο οποίος είπε σε μία συνέντευξη: “Εδώ βρήκα τον εαυτό μου... είμαστε μη γεννημένοι Έλληνες που καταλαβαίνουμε ότι οι ρίζες μας βρίσκονται εδώ”. Το μουσείο δωρήθηκε στο ελληνικό κράτος και εγκαινιάστηκε το 1984. Για δεκαετίες, δόθηκαν πολλές μάχες πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας. Με χρήματα δωρητών, απαλλοτριώθηκαν χωράφια, δωρήθηκε η αγορασμένη γη στο ελληνικό δημόσιο, βρέθηκαν εθελοντές, έγιναν οι ανασκαφές, αποκαλύφθηκε το στάδιο, η στοά, έγινε το μουσείο, επέστρεψαν από τη Νέα Υόρκη κλεμμένα από τον περίφημο Μυκηναϊκό Θησαυρό των Αηδονιών, άρχισε η αναστήλωση του ναού του Νεμείου Διός, αναβίωσαν οι αρχαίοι αγώνες... όλα αυτά έγιναν και παραδόθηκαν στο ελληνικό δημόσιο χωρίς το ελληνικό δημόσιο να βάλει ούτε δραχμή. Το 2013 το μουσείο κινδύνευσε να κλείσει όταν η ελληνική πολιτεία στο πλαίσιο περικοπών θέλησε να μειώσει το προσωπικό! Ο Γιώργος Σεφέρης φέρεται να είπε κάποτε το εξής: “H βλακεία, η εγωπάθεια και η μωρία της ηγετικής τάξης στην σημερινή Ελλάδα σου φέρνει την ανάγκη να ξεράσεις. Είμαι βέβαιος πως τούτοι οι ελεεινοί δεν αντιπροσωπεύουν την ζωντανή Ελλάδα, δεν αντιπροσωπεύουν τίποτα.”. Ο Μίλλερ σε συνέντευξή του το 2013 έλεγε: “θα πρέπει η ελληνική πολιτεία να καταλάβει επιτέλους πως οι αρχαιολογικές περιοχές και τα μουσεία είναι ίσως το μεγαλύτερό της περιουσιακό στοιχείο και δεν μπορεί να τα αφήσει στην τύχη τους”. Η σχέση του Στέφανου Μίλλερ με την Ελλάδα άρχισε το 1967 όταν ήταν 25 χρονών, αλλά αυτή η ερωτική σχέση συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Μία σχέση ζωντανή, όπως οφείλει να είναι η σχέση ενός Έλληνα με την Ελλάδα, όπως αξίζει να είναι η σχέση ενός ανθρώπου με την πατρίδα του, ενός ανθρώπου που έχει πατρίδα γιατί ο ίδιος θέλησε.
Στο μουσείο υπάρχουν εκθέματα απολύτως εντυπωσιακά, όχι μόνο για την αισθητική, αλλά και ως υπαινιγμοί για το επίπεδο της τεχνολογίας της μακρινής προϊστορίας. Φολίδες οψιανού από τον -15 αιώνα σημαίνουν αναπτυγμένη ναυσιπλοΐα εκείνη την περίοδο (η συστηματική εκμετάλλευση του οψιανού του Αιγαίου άρχισε κατά τον -6 αιώνα). Ένα χρυσό δαχτυλίδι με συγκολλημένα μέρη από τον -16 αιώνα δεν μπορεί παρά να σε αφήσει άφωνο. Μία προθήκη περιέχει νομίσματα πανομοιότυπα με το νόμισμα που μου έδειξε λίγες ώρες νωρίτερα ο παπάς στις Λίμνες. Υπάρχει μία φωτογραφία του Boissonnas με τις τρεις κολώνες του ναού που απέμεναν όρθιες όταν με τον Bovy πέρασε από τη Νεμέα. Σήμερα οι εννέα κίονες του ναού του Νεμείου Διός έχουν αναστηλωθεί.
Το ποδήλατό μου ανεβοκατεβαίνει γλυκά τους λόφους και τις κοιλάδες της Νεμέας, ενώ ο ήλιος έχει αρχίσει να πλαγιάζει, αναδεικνύοντας το ανάγλυφο τοπίο με τις πράσινες γραμμές των απέραντων αμπελώνων μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι προς όλα τα σημεία του ορίζοντα. Ένας ολόκληρος κόσμος ζει στον αστερισμό της αμπέλου. Σε αυτό το φυτό στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά ολόκληρη η τοπική οικονομία. Πινακίδες στην άκρη του δρόμου πληροφορούν για οινοποιεία, με λέξεις και φράσεις ονειρικές, μεθυστικές, ποιητικές, ποιητικές μέχρι γέλωτος. Σε τέτοιες βιοτεχνίες βλέπεις παρκαρισμένα λεωφορεία με ξένους αριθμούς, που ξεφορτώνουν ξανθόμαλλους και ασπρουλιάρηδες επισκέπτες. Ένας ολόκληρος κόσμος επιβιώνει και τροφοδοτείται από την μυθολογία του οίνου.
Η εποχή του τρύγου έχει σχεδόν περάσει και μέσα στα έρημα αμπέλια σποραδικά τσαμπιά έχουν απομείνει εδώ κι εκεί επάνω στα κλήματα, κάποια φρέσκα αλλά τα περισσότερα σταφιδιασμένα από τον ήλιο της Νεμέας. Πιάνω αυτά τα θαύματα της φύσης, τα τρίβω με το χέρι, τα φέρνω στα ρουθούνια και στο στόμα. Πρωτόγνωρες και μεθυστικές ευωδιές και γεύσεις απελευθερώνονται για να απογειώσουν τα οσφρητικά και γευστικά μου κύτταρα. Η εμπειρία αυτών των παραμεστωμένων καρπών είναι μία αισθητική εμπειρία δύσκολο να περιγραφεί με λέξεις.
Τεράστιοι σωροί από τσάμπουρα, μετά από όλα τα στάδια της επεξεργασίας του σταφυλιού για κρασί και τσίπουρο, απλώς απορρίπτονται. Στο τέλος του χειμώνα θα έχουν γίνει εξαιρετικό λίπασμα.
> Επόμενο
Από το Αγγελόκαστρο στη Δάφνη. 63 χιλιόμετρα.
Όταν τα άστρα αρχίζουν να υποχωρούν στο πρώτο φως της ημέρας που σκάει από την ανατολή, ξυπνώ και ανοίγω τα μάτια. Ενώ περιμένω να κρυώσει το πρωινό μου, κάνω έναν βιαστικό έλεγχο στο ποδήλατό μου, για να ανακαλύψω γεμάτος έκπληξη ότι το ίδιο σενάριο με την σπασμένη ακτίνα πριν από δύο εβδομάδες θα συμβεί και σήμερα. Η διάβαση του Πάρνωνα άφησε στο ποδήλατό μου την ίδια ακριβώς πληγή με αυτή που τού άφησε η διάβαση του Ερύμανθου. Το σενάριο είναι ακριβώς το ίδιο: σπασμένη ακτίνα πίσω αριστερά. Η ρεζέρβα ακτίνα που πήρα από την Σπάρτη θα πιάσει τόπο.
Σήμερα θα κινηθώ στα όρια των νομών Αργολίδος και Κορινθίας, προς τον τελευταίο προορισμό του ταξιδιού μου, το Ασκληπιείο της Τιτάνης.
Τα τοπία δεν μπορούν να κρύψουν από το έμπειρο μάτι το μεγάλο ιστορικό πρόβλημά τους: την υπερβόσκηση. Η γωνιά αυτή της Ελλάδας, όπως προκύπτει από τα γενικότερα ιστορικά και αρχαιολογικά δεδομένα -Επίδαυρος, σπήλαιο Φράγχθης κλπ.- από αρχαιοτάτων χρόνων κατοικούνταν και είχε αξιόλογο πολιτιστικό επίπεδο. Ωστόσο λόγω των χαμηλών υψομέτρων και του ζεστού κλίματος, το κόστος του πολιτισμού ήταν η σημαντική επίδραση στο περιβάλλον, με πιο έντονη επίδραση ειδικά την υπερβόσκηση. Στα βάθη του χρόνου ασφαλώς θα υπήρχαν δάση, αλλά σήμερα έχουν απομείνει μόνο πουρναρότοποι και πετρότοποι ξεροψημένοι από τον ανελέητο ήλιο. Το πρόβατο και κυρίως το γίδι, είναι μέχρι σήμερα το κυρίαρχο στοιχείο του τοπίου. Εδώ κι εκεί μέσα στις μισγάγγειες μπορεί να διακρίνει κανείς ίχνη από αρχαίες παραδοσιακές καλλιεργητικές αναβαθμίδες. Σήμερα φαίνεται αδύνατο να καλλιεργήσει κανείς μέσα στα άγρια ξεροβούνια, αλλά προφανώς στο παρελθόν οι άνθρωποι καλλιεργούσαν και ζούσαν μέσα σε αυτά τα σημερινά έρημα βουνά.
Καταμεσής στο κατάξερο τοπίο, συναντώ απροσδόκητα λίγες μικρότατες οάσεις νερού γύρω από παλιά πηγάδια. Τα πηγάδια τα χρησιμοποιούν οι βοσκοί για να ποτίζουν τα ζώα τους, ανεβάζοντας νερό με κουβά και με τα χέρια. Ένας βοσκός θα μου πει ότι η λειψυδρία είναι ασφαλώς το μεγάλο πρόβλημα αυτών των χωριών - το νερό “με το ζόρι φτάνει για να πιούμε”.
Ενώ κυλώ σε μια λοφοπλαγιά, πιάνει το μάτι μου μια "τουλούμπα". Η παλιά, παλαιότατη, παραδοσιακή χειραντλία με την οποία βγάζανε νερό από τα σπλάχνα της γης με το χέρι. Πάνε πάρα πολλά χρόνια από τότε που έχω να δω τουλούμπα! Θυμάμαι μικρό παιδί, είχαμε μία στην αυλή πάνω από το παλιό πηγάδι και η γιαγιά τουλουμπάριζε και μού έπλενε τα χέρια και τα πόδια από τα χώματα πριν με αφήσει να μπω μέσα στο σπίτι. Ω τι μνήμες μού φέρνει αυτό το αντικείμενο! Όμως αυτή η τουλούμπα, τι παράδοξο, βρίσκεται κυριολεκτικά μέσα στη μέση του πουθενά, μέσα στη μέση ενός άδειου γυμνού τοπίου. Τι απίστευτο θέαμα μία τουλούμπα μέσα σε αυτό το τοπίο! Πιάνω το χέρι μου και δοκιμάζω να κινήσω τη μανιβέλα, και συμβαίνει το δεύτερο απίστευτο γεγονός: η τουλούμπα βγάζει νερό! Και όχι μόνο, αλλά το νερό είναι δροσερό, υπέροχο. Υπέροχο νερό μέσα στην έρημο!
Φτάνοντας στο χωριό Λίμνες, βρίσκω έναν ίσκιο κοντά στην πλατεία και κοντά σε κόσμο, όπου θα επιδιορθώσω την σπασμένη μου ακτίνα. Το σενάριο πραγματικά θα επαναληφθεί ακριβώς το ίδιο, και σε είκοσι λεπτά το ποδήλατό μου θα είναι έτοιμο και πλήρως αξιόμαχο. Αυτό το κυριακάτικο πρωινό μια ομάδα χωριανών κάθονται στο καφενείο-μαγαζάκι της πλατείας, με χαλαρή και φιλική διάθεση. Ο παπάς του χωριού θα αποδειχθεί μία αξιόλογη ζωντανή πηγή πληροφοριών. Χαίρομαι να συνομιλώ με έναν άνθρωπο που είναι ανοιχτόμυαλος, ερευνητικός, με σεβασμό στην ιστορία και την αρχαιολογία του τόπου του, από τον οποίο προσλαμβάνω αφειδώς έναν καταιγισμό πληροφοριών για το παρελθόν και το παρόν της περιοχής αυτής, της αρχαίας Πρόσυμνας και της βορειοανατολικής Αργολίδας.
Συζητάμε ενώ επισκευάζω το ποδήλατο. Σε μία στιγμή με ρωτά, εάν γνωρίζω από αρχαία νομίσματα. Η απάντησή μου είναι αρνητική, ωστόσο δεν μπορώ να κρύψω την περιέργειά μου για την ερώτηση. Μού δείχνει από μακριά έναν χωρικό, λέγοντάς μου ότι είναι βοσκός και τού έφερε μόλις ένα μικρό μεταλλικό αντικείμενο που βρήκε στο βουνό. Βγάζει το αντικείμενο για να μού το δείξει στο χέρι. Πράγματι μοιάζει με αρχαίο νόμισμα, στη μία πλευρά έχει ένα εγχάρακτο σχήμα τύπου Δ και στην άλλη πλευρά ένα άλλο απροσδιόριστο σχήμα. Οι τσομπάνηδες της περιοχής βρίσκουν πολλά τέτοια νομίσματα και άλλα αντικείμενα και τα πωλούν σε συλλέκτες για ευτελή ποσά.
Όταν έχω τελειώσει με το ποδήλατο και αναχωρώ προς τα βόρεια για το Αγιονόρι, ο καταπληκτικός παπάς με περιμένει σε μία βρύση στην έξοδο του χωριού. Κρατά στοργικά μια αγκαλιά βιβλία και θέλει να μου τα δείξει. Το πρώτο είναι ένα παλιό έντυπο ετήσιο ημερολόγιο. Το ημερολόγιο δεν μπορεί να μου το δώσει, γιατί δεν έχει άλλο, αλλά δεν πειράζει καθόλου. Έρχεται η ώρα της ψηφιακής τεχνολογίας. Μπορώ να το φωτογραφίσω, και έτσι το μοναδικό ημερολόγιο που απέμεινε από το 2003 μπορεί να διαιωνιστεί ως ψηφιακή πληροφορία.
Το δεύτερο βιβλίο που θα μού δείξει είναι μία δημοσιευμένη εργασία ομάδας Σουηδών αρχαιολόγων, που εργάστηκαν εδώ στην περιοχή στην περίοδο 1988-1990. Παραθέτω την αναφορά στην εργασία, δηλ. το εξώφυλλο και τον συνοπτικό πίνακα περιεχομένων στο εσώφυλλο. Είναι σαφές ότι τα αρχαιολογικά δεδομένα εκτείνονται σε όλες τις περιόδους και η πολιτιστική συνέχεια είναι πλήρης, από τα προϊστορικά χρόνια του μύθου μέχρι σήμερα. Μέχρι σήμερα η ελληνική αρχαιολογική υπηρεσία δεν έχει ασχοληθεί με την αρχαιολογία της περιοχής.
Ένα συνηθισμένο πρωινό του Σεπτέμβρη ένας κατά τα άλλα ασήμαντος άνθρωπος ενός ασήμαντου χωριού της ελληνικής επαρχίας μού έδωσε κάποιες πληροφορίες, οι οποίες, ποιος ξέρει, ίσως να μου χρησιμεύσουν ή να τις αξιοποιήσω κάποτε σε συνδυασμό με άλλες πληροφορίες από άλλους ανάλογους τόπους ή χρόνους. Ενώ το ποδήλατό μου κυλά στα έρημα βουνά της Αργολίδος αυτό το κυριακάτικο πρωινό, για μια ακόμα φορά αναρωτιέμαι, πόσο ιστορικό και πολιτιστικό πλούτο μπορεί να κρύβει αυτή η χώρα. Διότι χωρίς να έχω καμία προηγούμενη γνώση ή πρόθεση, η τύχη με φέρνει συχνά μπροστά σε συμβάντα και πρόσωπα από τα οποία μαθαίνω με έναν απόλυτα βιωματικό τρόπο και κυριολεκτικά μέσα από το πουθενά και το τίποτα. Αυτό είναι ένα συχνό βίωμα στην ελληνική ύπαιθρο, το οποίο αποκαλώ ως “μαγεία του αναπάντεχου”. Έχω την αίσθηση ότι αυτά που μαθαίνω είναι μόνο η κορυφή ενός παγόβουνου, του παγόβουνου του πολιτισμού που κρύβεται θαμμένο μέσα στη μάνα γη κατά τα εννέα δέκατα, περιμένοντας να έρθει στο φως. Όπως φαίνεται, θα περιμένει εκεί για πολύ.
Το Αγιονόρι.
Φθάνω στην Αρχαία Νεμέα κάτω από τον ήλιο του μεσημεριού. Είναι η πρώτη φορά που έρχομαι σε αυτή την ειδυλλιακή τοποθεσία με τα 8.000 χρόνια πολιτισμού. Η εύφορη κοιλάδα βρίσκεται στους πρόποδες των αρκαδικών βουνών όπως αυτά χύνονται προς τον Κορινθιακό Κόλπο. Αφήνω το ποδήλατό μου σε έναν ίσκιο, διατεθειμένος να αποβάλω κάθε βιασύνη για να επισκεφθώ με την άνεσή μου το μουσείο και τον αρχαιολογικό χώρο.
Τις τελευταίες μέρες κι εκείνες τις ήσυχες ώρες του διαβάσματος πριν τον νυκτερινό ύπνο, όσο πλησίαζα προς τη Νεμέα και προς το τέλος του ταξιδιού, αναζητούσα πληροφορίες στη συσκευή μου μεταξύ άλλων και για την αρχαιολογική ιστορία της Νεμέας. Έχω μία αίσθηση ότι το σημαντικό στοιχείο στην όλη ιστορία, αυτό που σού μένει τελικά ως ένα είδος ηθικού διδάγματος, είναι η μαγεία του να είσαι Έλληνας. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι η ιδιότητα του Έλληνα μπορεί να προσκτηθεί από κάθε άνθρωπο ασχέτως φυλής ή καταγωγής. Έλληνας σημαίνει πολιτισμένος. Έλληνας είσαι επειδή γίνεσαι, κι επειδή έχεις γίνει γι´ αυτό και αξίζει να είσαι, και για πάντα θα είσαι. Χαίρομαι να είμαι Έλληνας, όχι όμως επειδή η ταυτότητά μου γράφει “υπηκοότητα Ελληνική”. Επειδή συμβαίνει να το γράφει, νιώθω διπλή χαρά. Μία ανάλογη διπλή χαρά παρόμοια με αυτή που μπορεί να νιώθει ο κύριος Στέφανος Μίλλερ, μετά το 2005 όταν ο πρόεδρος της δημοκρατίας του απένειμε τιμητικά την ελληνική υπηκοότητα. Είναι απολύτως εντυπωσιακό το πόσο αγνοούν οι σημερινοί Έλληνες την σύγχρονη ιστορία, το ότι δεν τη διδάσκονται, όπως και το γεγονός ότι, ό,τι υπάρχει σήμερα στη Νεμέα δεν έγινε από την ελληνική πολιτεία, αλλά έγινε από πρωτοβουλία ιδιωτών που είναι Έλληνες όχι επειδή το γράφει η ταυτότητά τους.
Αμέσως μετά την είσοδο στο μουσείο, ο επισκέπτης βλέπει μεγάλες αναμνηστικές πλάκες με πολλά ονόματα. Ονόματα ανθρώπων, χάρη στους οποίους έγιναν όλα αυτά που βλέπει σήμερα. Ονόματα Ελλήνων, ασχέτως εθνικότητος ή υποκοότητος. Benefactors, sponsors, patrons, contributors, εργάτες, συνεργάτες, αγρότες που πρόσφεραν τα κτήματά τους. Μία πλάκα αναφέρεται ειδικά στον Rudolph Peterson, τον αρχικό δωρητή και τότε πρόεδρο της Τράπεζας της Αμερικής.
Όσα βλέπει ο επισκέπτης σήμερα στη Νεμέα έγιναν με το δημιουργικό πείσμα ενός Έλληνα, ο οποίος είπε σε μία συνέντευξη: “Εδώ βρήκα τον εαυτό μου... είμαστε μη γεννημένοι Έλληνες που καταλαβαίνουμε ότι οι ρίζες μας βρίσκονται εδώ”. Το μουσείο δωρήθηκε στο ελληνικό κράτος και εγκαινιάστηκε το 1984. Για δεκαετίες, δόθηκαν πολλές μάχες πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας. Με χρήματα δωρητών, απαλλοτριώθηκαν χωράφια, δωρήθηκε η αγορασμένη γη στο ελληνικό δημόσιο, βρέθηκαν εθελοντές, έγιναν οι ανασκαφές, αποκαλύφθηκε το στάδιο, η στοά, έγινε το μουσείο, επέστρεψαν από τη Νέα Υόρκη κλεμμένα από τον περίφημο Μυκηναϊκό Θησαυρό των Αηδονιών, άρχισε η αναστήλωση του ναού του Νεμείου Διός, αναβίωσαν οι αρχαίοι αγώνες... όλα αυτά έγιναν και παραδόθηκαν στο ελληνικό δημόσιο χωρίς το ελληνικό δημόσιο να βάλει ούτε δραχμή. Το 2013 το μουσείο κινδύνευσε να κλείσει όταν η ελληνική πολιτεία στο πλαίσιο περικοπών θέλησε να μειώσει το προσωπικό! Ο Γιώργος Σεφέρης φέρεται να είπε κάποτε το εξής: “H βλακεία, η εγωπάθεια και η μωρία της ηγετικής τάξης στην σημερινή Ελλάδα σου φέρνει την ανάγκη να ξεράσεις. Είμαι βέβαιος πως τούτοι οι ελεεινοί δεν αντιπροσωπεύουν την ζωντανή Ελλάδα, δεν αντιπροσωπεύουν τίποτα.”. Ο Μίλλερ σε συνέντευξή του το 2013 έλεγε: “θα πρέπει η ελληνική πολιτεία να καταλάβει επιτέλους πως οι αρχαιολογικές περιοχές και τα μουσεία είναι ίσως το μεγαλύτερό της περιουσιακό στοιχείο και δεν μπορεί να τα αφήσει στην τύχη τους”. Η σχέση του Στέφανου Μίλλερ με την Ελλάδα άρχισε το 1967 όταν ήταν 25 χρονών, αλλά αυτή η ερωτική σχέση συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Μία σχέση ζωντανή, όπως οφείλει να είναι η σχέση ενός Έλληνα με την Ελλάδα, όπως αξίζει να είναι η σχέση ενός ανθρώπου με την πατρίδα του, ενός ανθρώπου που έχει πατρίδα γιατί ο ίδιος θέλησε.
Στο μουσείο υπάρχουν εκθέματα απολύτως εντυπωσιακά, όχι μόνο για την αισθητική, αλλά και ως υπαινιγμοί για το επίπεδο της τεχνολογίας της μακρινής προϊστορίας. Φολίδες οψιανού από τον -15 αιώνα σημαίνουν αναπτυγμένη ναυσιπλοΐα εκείνη την περίοδο (η συστηματική εκμετάλλευση του οψιανού του Αιγαίου άρχισε κατά τον -6 αιώνα). Ένα χρυσό δαχτυλίδι με συγκολλημένα μέρη από τον -16 αιώνα δεν μπορεί παρά να σε αφήσει άφωνο. Μία προθήκη περιέχει νομίσματα πανομοιότυπα με το νόμισμα που μου έδειξε λίγες ώρες νωρίτερα ο παπάς στις Λίμνες. Υπάρχει μία φωτογραφία του Boissonnas με τις τρεις κολώνες του ναού που απέμεναν όρθιες όταν με τον Bovy πέρασε από τη Νεμέα. Σήμερα οι εννέα κίονες του ναού του Νεμείου Διός έχουν αναστηλωθεί.
Το ποδήλατό μου ανεβοκατεβαίνει γλυκά τους λόφους και τις κοιλάδες της Νεμέας, ενώ ο ήλιος έχει αρχίσει να πλαγιάζει, αναδεικνύοντας το ανάγλυφο τοπίο με τις πράσινες γραμμές των απέραντων αμπελώνων μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι προς όλα τα σημεία του ορίζοντα. Ένας ολόκληρος κόσμος ζει στον αστερισμό της αμπέλου. Σε αυτό το φυτό στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά ολόκληρη η τοπική οικονομία. Πινακίδες στην άκρη του δρόμου πληροφορούν για οινοποιεία, με λέξεις και φράσεις ονειρικές, μεθυστικές, ποιητικές, ποιητικές μέχρι γέλωτος. Σε τέτοιες βιοτεχνίες βλέπεις παρκαρισμένα λεωφορεία με ξένους αριθμούς, που ξεφορτώνουν ξανθόμαλλους και ασπρουλιάρηδες επισκέπτες. Ένας ολόκληρος κόσμος επιβιώνει και τροφοδοτείται από την μυθολογία του οίνου.
Η εποχή του τρύγου έχει σχεδόν περάσει και μέσα στα έρημα αμπέλια σποραδικά τσαμπιά έχουν απομείνει εδώ κι εκεί επάνω στα κλήματα, κάποια φρέσκα αλλά τα περισσότερα σταφιδιασμένα από τον ήλιο της Νεμέας. Πιάνω αυτά τα θαύματα της φύσης, τα τρίβω με το χέρι, τα φέρνω στα ρουθούνια και στο στόμα. Πρωτόγνωρες και μεθυστικές ευωδιές και γεύσεις απελευθερώνονται για να απογειώσουν τα οσφρητικά και γευστικά μου κύτταρα. Η εμπειρία αυτών των παραμεστωμένων καρπών είναι μία αισθητική εμπειρία δύσκολο να περιγραφεί με λέξεις.
Τεράστιοι σωροί από τσάμπουρα, μετά από όλα τα στάδια της επεξεργασίας του σταφυλιού για κρασί και τσίπουρο, απλώς απορρίπτονται. Στο τέλος του χειμώνα θα έχουν γίνει εξαιρετικό λίπασμα.
> Επόμενο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου