Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2018
Από το όρος της Αφροδίτης στο Λευκοχώρι. 42 χιλιόμετρα.
Υπέροχος καιρός και σήμερα, μετά από έναν επίσης υπέροχο ύπνο. Με το πρώτο φως ξυπνώ και βγαίνω έξω, για να διαπιστώσω ότι κοιμήθηκα μόλις μερικές δεκάδες μέτρα δίπλα στον αρχαιολογικό χώρο. Βρίσκομαι σε ένα διάσελο, στο ανώτατο σημείο του ασφαλτόδρομου. Μετά από τα σκληρά χιλόμετρα στις αρκαδικές ανηφόρες έχω κάψει τα ενεργειακά μου αποθέματα και νιώθω μια δυνατή ωραία πείνα, οπότε η πρώτη μου ενέργεια θα είναι να ετοιμάσω το γερό πρωινό γεύμα.
Ένας καινούργιος ήλιος ανατέλλει πάνω από τα βουνά, στην κορυφή του όρους Αφροδίσιο.
Θέλω να αρχίσω την ημέρα μου με μία πορεία μέχρι την κορφή. Ετοιμάζομαι και ξεκινώ, αλλά μετά από ένα μισάωρο αποφασίζω να εγκαταλείψω την προσπάθεια. Διαπιστώνω ότι είναι πολύ πιο μακριά από όσο περίμενα. Θα μου πάρει ένα δίωρο όπως εκτιμώ, αλλά και το τεραίν είναι ένας επικίνδυνος βραχότοπος με λευκά κοφτερά βράχια όπου είναι πολύ εύκολο να πάθω ένα στραμπούληγμα με τα χαμηλά παπούτσια που φορώ, κάτι που δεν θέλω να διακινδυνεύσω ούτε στο ελάχιστο.
Ο αρχαιολογικός χώρος είναι περιφραγμένος -και σωστά, για να μην εισέρχονται ζώα- αλλά ευτυχώς όχι κλειδωμένος αυτή τη φορά. Η περιφραγμένη έκταση περιλαμβάνει δύο τουλάχιστον συγκροτήματα αρχαίων κτιρίων. Στην περίφραξη περιλαμβάνεται και ένα σύγχρονο εκκλησάκι Αγίου Πέτρου, από το οποίο σήμερα παίρνει την ονομασία της η τοποθεσία αυτή. Το εκκλησάκι έχει χτιστεί ακριβώς δίπλα στο ναό της Αφροδίτης Ερυκίνης, και με τον ίδιο προσανατολισμό.
Ο ναός της Αφροδίτης Ερυκίνης που αποκαλύφθηκε κοντά στην κορυφή του όρους Αφροδίσιο, ήταν ιερό και μαντείο (αναφορά: Χρυσούλα Καρδάρα, Αφροδίτη Ερυκίνη, Ιερόν και Μαντείον εις την ΒΔ Αρκαδίαν, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, 1988). Η Αφροδίτη λατρεύονταν στο ρωμαϊκό κόσμο ιδιαιτέρως (Venus, via, vis (vita, δύναμη, ζωή) ως ις, ζωτική δύναμη, εξ ου και ίασις κλπ. όπως θα δούμε, βία, βίος, vieni ως ίημι), και κατά παράδοση το ιερό ιδρύθηκε από την βασιλοκόρη του Έρυκα Ψωφίδα, την οποία έφερε μαζί του ο Ηρακλής όταν ήρθε από τη Σικελία. Η απόσταση του ιερού από τον λόφο της αρχαίας Ψωφίδος δεν είναι μεγαλύτερη από 7 χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή, όπως μετρώ στη συσκευή μου στο χάρτη. Ο ναός αυτός θεωρείται ότι υπήρξε σημαντικό λατρευτικό κέντρο. Δεν έχει ανασκαφεί πλήρως. Η ανασκαφή της παραπάνω αρχαιολόγου αποκάλυψε τελεστήριο, τμήμα θεμελίων ναού μεγάλων διαστάσεων, μέσα στο σηκό θεμελίωση μεταγενέστερου ναού, "ιεροφυλάκιο ή θησαυρό σε μονόλιθο", και επίσης σύστημα μεταφοράς νερού για ομαδικά λουτρά. Αυτό το τελευταίο σημαίνει ότι υπήρχε σε αυτό το σημείο άφθονο νερό, ασφαλώς περισσότερο από όσο υπάρχει σήμερα στην βρύση, παρά την θέση κοντά στις κορυφές του βουνού, συνεπώς το βουνό θα ήταν πολύ καλά δασωμένο, σε αντίθεση με τη σημερινή κατάσταση που έχει προκύψει από την ιστορική βόσκηση στους αιώνες που πέρασαν. Σημαίνει επίσης ότι υπάρχει η πιθανότητα το ιερό να είχε και κάποιου είδους ιαματικό χαρακτήρα, όπως γενικά ίσχυε για τα αρχαία ιερά, τα οποία συνήθως συνδέονταν χαρακτηριστικά με την παρουσία του νερού, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα στις παλιές θρησκείες της ανατολής για παράδειγμα.
Το πρώτο πράγμα που αναπόφευκτα έρχεται στο μυαλό σου μόλις βρεθείς σε μέρη με αρχαιότητες είναι η συσχέτιση του κτίσματος -ή συγκροτήματος μνημείων- με τον χώρο. Η τοποθεσία ήταν το πρώτο κριτήριο επιλογής. Η θέση, η μορφολογία του εδάφους, ο προσανατολισμός, τα διαθέσιμα φυσικά υλικά, αποτελούν πάντα τους πρώτους παράγοντες του τοπίου που θα καθόριζαν τον χαρακτήρα ενός αρχαίου μνημείου ή εγκατάστασης. Δεν μπορώ παρά να απορήσω, πώς εκείνοι οι αρχαίοι άνθρωποι με τα μέσα που υπήρχαν την εποχή εκείνη ήρθαν εδώ ψηλά για να κατασκευάσουν έναν “ναό μεγάλων διαστάσεων”, με όλα τα συμπαρομαρτούντα οικήματα και εγκαταστάσεις και τεχνικά έργα. Ποια ήταν η δύναμη που κινούσε εκείνους τους ανθρώπους; Δεν μπορείς να πεις ότι αυτά έγιναν εδώ για να καλύψουν κάποια φυσική ανάγκη. Οι ανάγκες των ανθρώπων καλύπτονταν χαμηλότερα στις πεδιάδες και τις κοιλάδες, όπου τίποτα δεν έλειπε αλλά υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις μιας ανεκτής ζωής. Η κατασκευή ενός ναού “μεγάλων διαστάσεων” ήταν ένα έργο χρόνων, που απαιτούσε έναν στρατό από επιστήμονες, τεχνικούς, εργάτες, υποστήριξη, μεταφορές, κλπ. Σε 1160 μέτρα υψόμετρο στην κορφή ενός βουνού, μέσα στην άγρια ερημιά, με τα κρύα και τα χιόνια του χειμώνα, τα χρόνια εκείνα που οι δρόμοι ήταν λιγοστοί και δεν είχαν καμία σχέση με τους σημερινούς, μέσα στην άγρια τοτινή φύση με τα θηρία και τους πολλούς κινδύνους, πώς αποφάσιζαν και κατασκεύαζαν και στη συνέχεια συντηρούσαν βεβαίως τέτοιους χώρους; Σήμερα έχουμε αυτοκινούμενα οχήματα και ισχυρά τεχνικά μέσα, κι ωστόσο το να έρθεις εδώ πάνω είναι από μόνο του κάτι που απαιτεί σκοπό και απόφαση. Πού πρέπει να αναζητηθεί το κίνητρο των ανθρώπων εκείνων λοιπόν; Αυτό είναι ένα ερώτημα που έθεσα στον εαυτό μου αρκετές φορές σε αυτό το ταξίδι. Και είναι ένα ερώτημα, στο οποίο μία απάντηση θα πρέπει να παίρνει σχήμα και μορφή όσο το ταξίδι αυτό θα οδεύει προς την ολοκλήρωσή του, όσο τα μάτια και τα αυτιά και όλες οι αισθήσεις θα έχουν ευκαιρίες να λειτουργούν μέσα σε αυτούς τους αρχαίους χώρους.
Λίθινο αυλάκι για μεταφορά νερού, όπως υποθέτω. Η συνήθης μέθοδος ήταν με κεράμους.
Κέραμοι, με μικρή καμπυλότητα, από σκεπή.
Μπαίνω μέσα στο εκκλησάκι του Αγίου Πέτρου, από τη στενή πόρτα. Το κτίσμα δεν παρουσιάζει κανένα ενδιαφέρον, ούτε από έξω, αλλά ούτε και από μέσα. Δεν είναι παρά ένα ορθογώνιο πέτρινο κουτί, που έχει δύο μόνο μικρά ανοίγματα, μία στενή πόρτα και ένα μικρότατο παράθυρο.
Η παρουσία αυτού του κτίσματος σε αυτό το σημείο με οδηγεί σε έναν συνειρμό που φαντάζει ως αναπόφευκτος. Ο ελληνικός ναός είναι ένα κτίσμα που λειτουργεί με βάση το φως. Η όλη κατασκευή θέλει να αναδείξει το φως, λειτουργικά και αισθητικά, επί της αρχής και επί της ουσίας. Μία κλασσική εικόνα που έχουμε στο μυαλό μας είναι το λευκό μάρμαρο στο φόντο του γαλάζιου ουρανού. Είναι τα δύο συμβολικά χρώματα της σημαίας, το λευκό και το γαλάζιο. Η λευκή πέτρα -ΛΑΑΣ, από όπου προήλθε ο λαός από τα χέρια του Δευκαλίωνα και της Πύρρας- και ο γαλάζιος ουρανός, ο μεσογειακός ουρανός στο απέραντο βαθύ μπλε. Ο άνθρωπος και ο ουρανός, αυτά τα δύο στοιχεία, αυτές οι δύο αναφορές. Είναι μία εικόνα που εξυψώνει τον άνθρωπο. Τον οδηγεί προς τα πάνω, προς τον ουρανό. Ένα παιχνίδι με το φως, ένα παιχνίδι με τον ήλιο. Και είναι χαρακτηριστικό, ότι η ανάδειξη αυτή λειτουργεί ιδιαιτέρως στους ναούς του Απόλλωνα, του ηλιακού θεού. Ναοί που πάντα χτίζονται σε μέρη όπου το φως κυριαρχεί. Αυτό ισχύει και για την συγκεκριμένη τοποθεσία, καθώς στο διάσελο αυτό υπάρχει ανοιχτή θέαση από την στιγμή της ανατολής του ήλιου μέχρι τη στιγμή της δύσης του. Σε πλήρη αντίθεση με αυτή τη λατρεία του φωτός, η ανατολική μυστικοπάθεια και εσωστρέφεια εκφράζεται σε κτίσματα που ακόμη και όταν βρίσκονται σε περιβάλλον φωτός, επιμένουν στο σκότος. Μέσα σε αυτόν τον φωτεινό κόσμο, αυτό το κτίσμα, το εκκλησάκι του Αγίου Πέτρου, είναι ένα φωτοφοβικό κουτί που θέλει να σε αποκλείσει από τον κόσμο, θέλει να σε κλείσει πίσω στον εαυτό σου. Δύο μικρές διέξοδοι προς τον κόσμο, μια μικρή πόρτα και ένα μικρό παράθυρο, και τίποτε άλλο, είναι οι μόνες δομές που συνδέουν το μέσα με το έξω, που θυμίζουν τον έξω κόσμο. Το κτίσμα αυτό δεν σε ελευθερώνει από τον εαυτό σου, σε φυλακίζει πάλι μέσα του. Καταμεσής σε έναν τόπο φωτός, το κτίσμα αυτό συνιστά μία επιτομή της χριστιανικής αρχιτεκτονικής σκοτολαγνείας. Καταμεσής σε έναν τόπο φωτός, μία μνήμη σκότους.
Κοντεύει μεσημέρι όταν αρχίζω την ποδηλασία. Η κατηφόρα μέχρι την Κοντοβάζαινα θέλει προσοχή, λόγω της μεγάλης κλίσης. Κατεβαίνω σιγά και σταματώ κάθε πέντε λεπτά για να κρυώσουν οι ζάντες, που λόγω της τριβής των φρένων καίνε.
Από την Κοντοβάζαινα και μετά, η σημερινή διαδρομή μου θα αποδειχθεί πάλι ερημική. Συναντώ μικρούς οικισμούς, χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Το κυρίαρχο στοιχείο του περιβάλλοντος είναι τα ατελείωτα βουνά. Βουνά, βουνά, βουνά, το ένα μετά το άλλο, τα οποία ανεβοκατεβαίνω συνεχώς, και βεβαίως με αρκαδικές κλίσεις. Αχ αυτές οι αρκαδικές κλίσεις! Πραγματικά αναρωτιέμαι σήμερα εάν ταξιδεύω με το ποδήλατο ή με τα πόδια...
Στην άκρη του δρόμου βλέπω μία αχλαδιά. Η αχλαδιά βρίσκεται στη μέση του πουθενά, δεν υπάρχει εδώ ούτε κτήμα ούτε στάνη ούτε ζώο ούτε άνθρωπος ούτε κτίσμα, κανείς απολύτως, οι ρίζες του δέντρου χώνονται κυριολεκτικά μέσα στο βραχότοπο, το δέντρο είναι φυτρωμένο από μόνο του και προφανώς δεν καλλιεργείται ούτε ποτίζεται, και παρ´ όλα αυτά έχει καρπούς. Πεντανόστιμα αχλάδια! Αυτές ήταν οι παλιές φυσικές ποικιλίες των δέντρων, προσαρμοσμένες στο τοπικό περιβάλλον, ανθεκτικές και παραγωγικές. Στον αντίποδα, οι καλλιεργούμενες ποικιλίες αχλαδιάς σήμερα στον τόπο μου για παράδειγμα, απαιτούν πολλή καλλιέργεια και πολλά χημικά λιπάσματα και φάρμακα για να επιτύχουν μία ανεκτή παραγωγή. Η περίπτωση αυτής της αχλαδιάς μου θυμίζει κάτι από την κουβέντα μου με τους δύο κτηνοτρόφους της Ψωφίδας, μού είπαν ότι παλιότερα καλλιεργούσαν καλαμπόκι επάνω στο βουνό, εντελώς άνυδρο, χωρίς πότισμα, και πετύχαιναν παραγωγές που για τα σημερινά δεδομένα των καλλιεργούμενων ποικιλιών, με τα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα και όλα τα σύγχρονα τεχνικά μέσα, φαντάζουν απίστευτες.
Η αχλαδιά της ερημίας με τα πεντανόστιμα αχλάδια.
Μέσα στα βουνά της Γορτυνίας.
Μηχανήματα από παλιό ζωοκίνητο ελαιοτριβείο.
Σε ένα μικρό χωριό με την ονομασία Δήμητρα, ανατρέχω στις πληροφορίες μου, και μαθαίνω ότι το χωριό ονομάζονταν παλιά Διβρίτσα, και ότι όπως μαρτυρεί ο Παυσανίας κάπου εδώ υπήρχε ιερό της Δήμητρος Ελευσινίας. Το ιερό ο Παυσανίας το είδε σε καλή κατάσταση, και λίγα ερείπεια σώζονται μέχρι σήμερα, αλλά δεν υπάρχει σχεδόν κανείς και είναι δύσκολο για μένα να βρω άλλες πληροφορίες.
Πλησιάζοντας στο φράγμα της λίμνης του Λάδωνα, σε μια διασταύρωση βρίσκω ένα εκκλησάκι με βρύση και επειδή είναι προχωρημένο μεσημέρι και η κοιλιά μου παίζει μαντολίνο -ας όψονται τα αρκαδικά χιλιόμετρα των τελευταίων ημερών χάρη στα οποία έχω κάψει τα αποθέματα λίπους-, αποφασίζω να κάνω μια καλή μεσημεριανή στάση για ένα γερό φρεσκομαγειρεμένο γεύμα. Ενώ το φαγητό μοσχομυρίζει στην κατσαρόλα, καταφθάνει σαν σίφουνας ένα ζευγάρι ποδηλατών. Ουκρανούς δεν έχω συναντήσει ποτέ μου, το ομολογώ. Πετάχτηκαν με το αεροπλάνο για μερικές μέρες διακοπές στο Γκρέτσκα. Έρχονται για πρώτη φορά. Είναι κατενθουσιασμένοι. Πολύ ωραία όλα. Σούπερ όλα. Ο καιρός, τα πρόβατα, το φαγητό, οι παραλίες, όλα. Ποδηλατάρες σύγχρονες, ντύσιμο υπερσύγχρονο, ηλεκτρονικά ακόμα πιο υπερσύγχρονα, χιλιόμετρα, υψομετρικά, strava, online εργαλεία, μετρήσεις και απόδοση, ω θεέ, φτάνει. Φλεγόμενα νιάτα. Είναι ωραία αυτή η Ελλάδα, πολύ ωραία, μα πάρα πολύ ωραία. Λοιπόν επιβεβαιώνομαι, το έλεγα εγώ και δεν με πίστευαν ότι η Ελλάδα είναι ένας τόπος παγκοσμίου φήμης. Ακόμα και οι Ουκρανοί αφήσανε τα πρόβατα τα καραβόσκαγια στο Ουκρανιέσκαγια και ήρθανε στο Αρκαδιέσκαγια και χόρτασε το μάτι τους πρόβατο. Διάβαζα τελευταία ότι κάτι Ρώσοι μεγαλομαφιόζοι, εεε μεγιστάνες ήθελα να πω, αγοράζουν νησιά στην Ελλάδα. Βάζω στοίχημα ότι από του χρόνου και Ουκρανοί λεφτάδες θα αγοράζουν την Ελλάδα.
Δύο πολύχρωμοι σίφουνες με την τελευταία λέξη της ποδηλατικής και όχι μόνο τεχνολογίας οργώνουν τα βουνά της Αρκαδίας με ρυθμούς αστραπής.
Θέα προς την τεχνητή λίμνη του Λάδωνα ανεβαίνοντας από το ποτάμι προς τα Τρόπαια.
Τα Τρόπαια είναι ένα ωραίο κεφαλοχώρι, στην περιοχή της αρχαίας πόλης Θέλπουσα, από το όνομα της νύμφης Θέλπουσας κόρης του Λάδωνα. Τα λίγα αρχαιολογικά δεδομένα λένε ότι η περιοχή κατοικούνταν από Πελασγούς το 2200 π.Χ. και ότι μετά τον 13ο αιώνα εγκαστάθηκαν Βοιωτοί. Στην αρχαία Θέλπουσα υπήρχαν ιερά, μεταξύ άλλων της Δήμητρας, του Ασκληπιού, και ενός Ογκίου άρχοντα υιού του Απόλλωνα. Ο ναός της Δήμητρας είχε αγάλματα της Δήμητρας Ερινύας και της Δήμητρας Λουσίας.
Ένα πέτρινο δημοτικό σχολείο στα Τρόπαια. Υπέροχο κτίριο!
Η διαδρομή μέχρι το Λευκοχώρι θα αποδειχθεί μία απογευματινή μαγεία. Ένας πλάγιος κόκκινος ήλιος από τα δυτικά χαρίζει μοναδικές εικόνες στα βουνά και τα λαγκάδια. Αυτοκίνητα δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου. Χωριά βουτηγμένα στο πράσινο γατζώνονται επάνω στους ορεινούς όγκους.
Ένα χωριό που όπως βλέπω στον χάρτη ονομάζεται Τουθόα. Αρχαία ονομασία, αδύνατο να ετυμολογηθεί, αναδύεται από τα βάθη των αιώνων μέσα στους ορεινούς όγκους της κεντρικής Πελοποννήσου, πάνω από το ομώνυμο φαράγγι. Υπήρχε πόλη που είχε ιδρυθεί από κάποιον Αρκάδα βασιλιά Τουθόα, αναφέρει ο Παυσανίας.
Οι καιρικές συνθήκες είναι απολαυστικές. Με ιδανική θερμοκρασία, στη νηνεμία, μέσα στα απογευματνά χρώματα, χωρίς καμία βιασύνη, κάπου θα βρω ένα σημείο να στήσω τη σκηνή μου μόλις ο ήλιος πέσει. Φτάνοντας στο Λευκοχώρι, θυμάμαι ότι πριν πολλά χρόνια έμεινα εδώ για ένα βράδυ, αλλά μου είναι αδύνατο να θυμηθώ πού ακριβώς. Στην είσοδο του Λευκοχωρίου βρίσκω ένα εκκλησάκι με μεγάλο υπόστεγο, τραπέζι, καρέκλες, απόλυτη ησυχία, ωραία θέα, βρύση με νερό αρκετά ζεστό έτοιμο για μπάνιο, καρυδιές δίπλα γεμάτες νόστιμα καρύδια, και βατόμουρα επίσης. Δωρεάν ξενοδοχείο πρώτης κατηγορίας και για απόψε, στη μέση του πουθενά, στη μέση μιας εκπληκτικής φύσης που ξαναγεμίζει την ύπαρξή μου με δύναμη ζωής. Μπάνιο, μαγείρεμα, πλύσιμο, όλες οι ανέσεις διαθέσιμες για μια βαθιά ξεκούραση, μια βαθιά ανανέωση όλων των δυνάμεων του σώματος και του μυαλού. Πριν τον ύπνο, θα προηγηθεί η τυπική ώρα του διαβάσματος, ως μία εισαγωγή ονείρων στα όνειρα της νύχτας, καλωσορίζοντας τη νέα σελήνη στον ουρανό της Αρκαδίας.
> Επόμενο
Από το όρος της Αφροδίτης στο Λευκοχώρι. 42 χιλιόμετρα.
Υπέροχος καιρός και σήμερα, μετά από έναν επίσης υπέροχο ύπνο. Με το πρώτο φως ξυπνώ και βγαίνω έξω, για να διαπιστώσω ότι κοιμήθηκα μόλις μερικές δεκάδες μέτρα δίπλα στον αρχαιολογικό χώρο. Βρίσκομαι σε ένα διάσελο, στο ανώτατο σημείο του ασφαλτόδρομου. Μετά από τα σκληρά χιλόμετρα στις αρκαδικές ανηφόρες έχω κάψει τα ενεργειακά μου αποθέματα και νιώθω μια δυνατή ωραία πείνα, οπότε η πρώτη μου ενέργεια θα είναι να ετοιμάσω το γερό πρωινό γεύμα.
Ένας καινούργιος ήλιος ανατέλλει πάνω από τα βουνά, στην κορυφή του όρους Αφροδίσιο.
Θέλω να αρχίσω την ημέρα μου με μία πορεία μέχρι την κορφή. Ετοιμάζομαι και ξεκινώ, αλλά μετά από ένα μισάωρο αποφασίζω να εγκαταλείψω την προσπάθεια. Διαπιστώνω ότι είναι πολύ πιο μακριά από όσο περίμενα. Θα μου πάρει ένα δίωρο όπως εκτιμώ, αλλά και το τεραίν είναι ένας επικίνδυνος βραχότοπος με λευκά κοφτερά βράχια όπου είναι πολύ εύκολο να πάθω ένα στραμπούληγμα με τα χαμηλά παπούτσια που φορώ, κάτι που δεν θέλω να διακινδυνεύσω ούτε στο ελάχιστο.
Ο αρχαιολογικός χώρος είναι περιφραγμένος -και σωστά, για να μην εισέρχονται ζώα- αλλά ευτυχώς όχι κλειδωμένος αυτή τη φορά. Η περιφραγμένη έκταση περιλαμβάνει δύο τουλάχιστον συγκροτήματα αρχαίων κτιρίων. Στην περίφραξη περιλαμβάνεται και ένα σύγχρονο εκκλησάκι Αγίου Πέτρου, από το οποίο σήμερα παίρνει την ονομασία της η τοποθεσία αυτή. Το εκκλησάκι έχει χτιστεί ακριβώς δίπλα στο ναό της Αφροδίτης Ερυκίνης, και με τον ίδιο προσανατολισμό.
Ο ναός της Αφροδίτης Ερυκίνης που αποκαλύφθηκε κοντά στην κορυφή του όρους Αφροδίσιο, ήταν ιερό και μαντείο (αναφορά: Χρυσούλα Καρδάρα, Αφροδίτη Ερυκίνη, Ιερόν και Μαντείον εις την ΒΔ Αρκαδίαν, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, 1988). Η Αφροδίτη λατρεύονταν στο ρωμαϊκό κόσμο ιδιαιτέρως (Venus, via, vis (vita, δύναμη, ζωή) ως ις, ζωτική δύναμη, εξ ου και ίασις κλπ. όπως θα δούμε, βία, βίος, vieni ως ίημι), και κατά παράδοση το ιερό ιδρύθηκε από την βασιλοκόρη του Έρυκα Ψωφίδα, την οποία έφερε μαζί του ο Ηρακλής όταν ήρθε από τη Σικελία. Η απόσταση του ιερού από τον λόφο της αρχαίας Ψωφίδος δεν είναι μεγαλύτερη από 7 χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή, όπως μετρώ στη συσκευή μου στο χάρτη. Ο ναός αυτός θεωρείται ότι υπήρξε σημαντικό λατρευτικό κέντρο. Δεν έχει ανασκαφεί πλήρως. Η ανασκαφή της παραπάνω αρχαιολόγου αποκάλυψε τελεστήριο, τμήμα θεμελίων ναού μεγάλων διαστάσεων, μέσα στο σηκό θεμελίωση μεταγενέστερου ναού, "ιεροφυλάκιο ή θησαυρό σε μονόλιθο", και επίσης σύστημα μεταφοράς νερού για ομαδικά λουτρά. Αυτό το τελευταίο σημαίνει ότι υπήρχε σε αυτό το σημείο άφθονο νερό, ασφαλώς περισσότερο από όσο υπάρχει σήμερα στην βρύση, παρά την θέση κοντά στις κορυφές του βουνού, συνεπώς το βουνό θα ήταν πολύ καλά δασωμένο, σε αντίθεση με τη σημερινή κατάσταση που έχει προκύψει από την ιστορική βόσκηση στους αιώνες που πέρασαν. Σημαίνει επίσης ότι υπάρχει η πιθανότητα το ιερό να είχε και κάποιου είδους ιαματικό χαρακτήρα, όπως γενικά ίσχυε για τα αρχαία ιερά, τα οποία συνήθως συνδέονταν χαρακτηριστικά με την παρουσία του νερού, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα στις παλιές θρησκείες της ανατολής για παράδειγμα.
Το πρώτο πράγμα που αναπόφευκτα έρχεται στο μυαλό σου μόλις βρεθείς σε μέρη με αρχαιότητες είναι η συσχέτιση του κτίσματος -ή συγκροτήματος μνημείων- με τον χώρο. Η τοποθεσία ήταν το πρώτο κριτήριο επιλογής. Η θέση, η μορφολογία του εδάφους, ο προσανατολισμός, τα διαθέσιμα φυσικά υλικά, αποτελούν πάντα τους πρώτους παράγοντες του τοπίου που θα καθόριζαν τον χαρακτήρα ενός αρχαίου μνημείου ή εγκατάστασης. Δεν μπορώ παρά να απορήσω, πώς εκείνοι οι αρχαίοι άνθρωποι με τα μέσα που υπήρχαν την εποχή εκείνη ήρθαν εδώ ψηλά για να κατασκευάσουν έναν “ναό μεγάλων διαστάσεων”, με όλα τα συμπαρομαρτούντα οικήματα και εγκαταστάσεις και τεχνικά έργα. Ποια ήταν η δύναμη που κινούσε εκείνους τους ανθρώπους; Δεν μπορείς να πεις ότι αυτά έγιναν εδώ για να καλύψουν κάποια φυσική ανάγκη. Οι ανάγκες των ανθρώπων καλύπτονταν χαμηλότερα στις πεδιάδες και τις κοιλάδες, όπου τίποτα δεν έλειπε αλλά υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις μιας ανεκτής ζωής. Η κατασκευή ενός ναού “μεγάλων διαστάσεων” ήταν ένα έργο χρόνων, που απαιτούσε έναν στρατό από επιστήμονες, τεχνικούς, εργάτες, υποστήριξη, μεταφορές, κλπ. Σε 1160 μέτρα υψόμετρο στην κορφή ενός βουνού, μέσα στην άγρια ερημιά, με τα κρύα και τα χιόνια του χειμώνα, τα χρόνια εκείνα που οι δρόμοι ήταν λιγοστοί και δεν είχαν καμία σχέση με τους σημερινούς, μέσα στην άγρια τοτινή φύση με τα θηρία και τους πολλούς κινδύνους, πώς αποφάσιζαν και κατασκεύαζαν και στη συνέχεια συντηρούσαν βεβαίως τέτοιους χώρους; Σήμερα έχουμε αυτοκινούμενα οχήματα και ισχυρά τεχνικά μέσα, κι ωστόσο το να έρθεις εδώ πάνω είναι από μόνο του κάτι που απαιτεί σκοπό και απόφαση. Πού πρέπει να αναζητηθεί το κίνητρο των ανθρώπων εκείνων λοιπόν; Αυτό είναι ένα ερώτημα που έθεσα στον εαυτό μου αρκετές φορές σε αυτό το ταξίδι. Και είναι ένα ερώτημα, στο οποίο μία απάντηση θα πρέπει να παίρνει σχήμα και μορφή όσο το ταξίδι αυτό θα οδεύει προς την ολοκλήρωσή του, όσο τα μάτια και τα αυτιά και όλες οι αισθήσεις θα έχουν ευκαιρίες να λειτουργούν μέσα σε αυτούς τους αρχαίους χώρους.
Λίθινο αυλάκι για μεταφορά νερού, όπως υποθέτω. Η συνήθης μέθοδος ήταν με κεράμους.
Κέραμοι, με μικρή καμπυλότητα, από σκεπή.
Μπαίνω μέσα στο εκκλησάκι του Αγίου Πέτρου, από τη στενή πόρτα. Το κτίσμα δεν παρουσιάζει κανένα ενδιαφέρον, ούτε από έξω, αλλά ούτε και από μέσα. Δεν είναι παρά ένα ορθογώνιο πέτρινο κουτί, που έχει δύο μόνο μικρά ανοίγματα, μία στενή πόρτα και ένα μικρότατο παράθυρο.
Η παρουσία αυτού του κτίσματος σε αυτό το σημείο με οδηγεί σε έναν συνειρμό που φαντάζει ως αναπόφευκτος. Ο ελληνικός ναός είναι ένα κτίσμα που λειτουργεί με βάση το φως. Η όλη κατασκευή θέλει να αναδείξει το φως, λειτουργικά και αισθητικά, επί της αρχής και επί της ουσίας. Μία κλασσική εικόνα που έχουμε στο μυαλό μας είναι το λευκό μάρμαρο στο φόντο του γαλάζιου ουρανού. Είναι τα δύο συμβολικά χρώματα της σημαίας, το λευκό και το γαλάζιο. Η λευκή πέτρα -ΛΑΑΣ, από όπου προήλθε ο λαός από τα χέρια του Δευκαλίωνα και της Πύρρας- και ο γαλάζιος ουρανός, ο μεσογειακός ουρανός στο απέραντο βαθύ μπλε. Ο άνθρωπος και ο ουρανός, αυτά τα δύο στοιχεία, αυτές οι δύο αναφορές. Είναι μία εικόνα που εξυψώνει τον άνθρωπο. Τον οδηγεί προς τα πάνω, προς τον ουρανό. Ένα παιχνίδι με το φως, ένα παιχνίδι με τον ήλιο. Και είναι χαρακτηριστικό, ότι η ανάδειξη αυτή λειτουργεί ιδιαιτέρως στους ναούς του Απόλλωνα, του ηλιακού θεού. Ναοί που πάντα χτίζονται σε μέρη όπου το φως κυριαρχεί. Αυτό ισχύει και για την συγκεκριμένη τοποθεσία, καθώς στο διάσελο αυτό υπάρχει ανοιχτή θέαση από την στιγμή της ανατολής του ήλιου μέχρι τη στιγμή της δύσης του. Σε πλήρη αντίθεση με αυτή τη λατρεία του φωτός, η ανατολική μυστικοπάθεια και εσωστρέφεια εκφράζεται σε κτίσματα που ακόμη και όταν βρίσκονται σε περιβάλλον φωτός, επιμένουν στο σκότος. Μέσα σε αυτόν τον φωτεινό κόσμο, αυτό το κτίσμα, το εκκλησάκι του Αγίου Πέτρου, είναι ένα φωτοφοβικό κουτί που θέλει να σε αποκλείσει από τον κόσμο, θέλει να σε κλείσει πίσω στον εαυτό σου. Δύο μικρές διέξοδοι προς τον κόσμο, μια μικρή πόρτα και ένα μικρό παράθυρο, και τίποτε άλλο, είναι οι μόνες δομές που συνδέουν το μέσα με το έξω, που θυμίζουν τον έξω κόσμο. Το κτίσμα αυτό δεν σε ελευθερώνει από τον εαυτό σου, σε φυλακίζει πάλι μέσα του. Καταμεσής σε έναν τόπο φωτός, το κτίσμα αυτό συνιστά μία επιτομή της χριστιανικής αρχιτεκτονικής σκοτολαγνείας. Καταμεσής σε έναν τόπο φωτός, μία μνήμη σκότους.
Κοντεύει μεσημέρι όταν αρχίζω την ποδηλασία. Η κατηφόρα μέχρι την Κοντοβάζαινα θέλει προσοχή, λόγω της μεγάλης κλίσης. Κατεβαίνω σιγά και σταματώ κάθε πέντε λεπτά για να κρυώσουν οι ζάντες, που λόγω της τριβής των φρένων καίνε.
Από την Κοντοβάζαινα και μετά, η σημερινή διαδρομή μου θα αποδειχθεί πάλι ερημική. Συναντώ μικρούς οικισμούς, χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Το κυρίαρχο στοιχείο του περιβάλλοντος είναι τα ατελείωτα βουνά. Βουνά, βουνά, βουνά, το ένα μετά το άλλο, τα οποία ανεβοκατεβαίνω συνεχώς, και βεβαίως με αρκαδικές κλίσεις. Αχ αυτές οι αρκαδικές κλίσεις! Πραγματικά αναρωτιέμαι σήμερα εάν ταξιδεύω με το ποδήλατο ή με τα πόδια...
Στην άκρη του δρόμου βλέπω μία αχλαδιά. Η αχλαδιά βρίσκεται στη μέση του πουθενά, δεν υπάρχει εδώ ούτε κτήμα ούτε στάνη ούτε ζώο ούτε άνθρωπος ούτε κτίσμα, κανείς απολύτως, οι ρίζες του δέντρου χώνονται κυριολεκτικά μέσα στο βραχότοπο, το δέντρο είναι φυτρωμένο από μόνο του και προφανώς δεν καλλιεργείται ούτε ποτίζεται, και παρ´ όλα αυτά έχει καρπούς. Πεντανόστιμα αχλάδια! Αυτές ήταν οι παλιές φυσικές ποικιλίες των δέντρων, προσαρμοσμένες στο τοπικό περιβάλλον, ανθεκτικές και παραγωγικές. Στον αντίποδα, οι καλλιεργούμενες ποικιλίες αχλαδιάς σήμερα στον τόπο μου για παράδειγμα, απαιτούν πολλή καλλιέργεια και πολλά χημικά λιπάσματα και φάρμακα για να επιτύχουν μία ανεκτή παραγωγή. Η περίπτωση αυτής της αχλαδιάς μου θυμίζει κάτι από την κουβέντα μου με τους δύο κτηνοτρόφους της Ψωφίδας, μού είπαν ότι παλιότερα καλλιεργούσαν καλαμπόκι επάνω στο βουνό, εντελώς άνυδρο, χωρίς πότισμα, και πετύχαιναν παραγωγές που για τα σημερινά δεδομένα των καλλιεργούμενων ποικιλιών, με τα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα και όλα τα σύγχρονα τεχνικά μέσα, φαντάζουν απίστευτες.
Η αχλαδιά της ερημίας με τα πεντανόστιμα αχλάδια.
Μέσα στα βουνά της Γορτυνίας.
Μηχανήματα από παλιό ζωοκίνητο ελαιοτριβείο.
Σε ένα μικρό χωριό με την ονομασία Δήμητρα, ανατρέχω στις πληροφορίες μου, και μαθαίνω ότι το χωριό ονομάζονταν παλιά Διβρίτσα, και ότι όπως μαρτυρεί ο Παυσανίας κάπου εδώ υπήρχε ιερό της Δήμητρος Ελευσινίας. Το ιερό ο Παυσανίας το είδε σε καλή κατάσταση, και λίγα ερείπεια σώζονται μέχρι σήμερα, αλλά δεν υπάρχει σχεδόν κανείς και είναι δύσκολο για μένα να βρω άλλες πληροφορίες.
Πλησιάζοντας στο φράγμα της λίμνης του Λάδωνα, σε μια διασταύρωση βρίσκω ένα εκκλησάκι με βρύση και επειδή είναι προχωρημένο μεσημέρι και η κοιλιά μου παίζει μαντολίνο -ας όψονται τα αρκαδικά χιλιόμετρα των τελευταίων ημερών χάρη στα οποία έχω κάψει τα αποθέματα λίπους-, αποφασίζω να κάνω μια καλή μεσημεριανή στάση για ένα γερό φρεσκομαγειρεμένο γεύμα. Ενώ το φαγητό μοσχομυρίζει στην κατσαρόλα, καταφθάνει σαν σίφουνας ένα ζευγάρι ποδηλατών. Ουκρανούς δεν έχω συναντήσει ποτέ μου, το ομολογώ. Πετάχτηκαν με το αεροπλάνο για μερικές μέρες διακοπές στο Γκρέτσκα. Έρχονται για πρώτη φορά. Είναι κατενθουσιασμένοι. Πολύ ωραία όλα. Σούπερ όλα. Ο καιρός, τα πρόβατα, το φαγητό, οι παραλίες, όλα. Ποδηλατάρες σύγχρονες, ντύσιμο υπερσύγχρονο, ηλεκτρονικά ακόμα πιο υπερσύγχρονα, χιλιόμετρα, υψομετρικά, strava, online εργαλεία, μετρήσεις και απόδοση, ω θεέ, φτάνει. Φλεγόμενα νιάτα. Είναι ωραία αυτή η Ελλάδα, πολύ ωραία, μα πάρα πολύ ωραία. Λοιπόν επιβεβαιώνομαι, το έλεγα εγώ και δεν με πίστευαν ότι η Ελλάδα είναι ένας τόπος παγκοσμίου φήμης. Ακόμα και οι Ουκρανοί αφήσανε τα πρόβατα τα καραβόσκαγια στο Ουκρανιέσκαγια και ήρθανε στο Αρκαδιέσκαγια και χόρτασε το μάτι τους πρόβατο. Διάβαζα τελευταία ότι κάτι Ρώσοι μεγαλομαφιόζοι, εεε μεγιστάνες ήθελα να πω, αγοράζουν νησιά στην Ελλάδα. Βάζω στοίχημα ότι από του χρόνου και Ουκρανοί λεφτάδες θα αγοράζουν την Ελλάδα.
Δύο πολύχρωμοι σίφουνες με την τελευταία λέξη της ποδηλατικής και όχι μόνο τεχνολογίας οργώνουν τα βουνά της Αρκαδίας με ρυθμούς αστραπής.
Θέα προς την τεχνητή λίμνη του Λάδωνα ανεβαίνοντας από το ποτάμι προς τα Τρόπαια.
Τα Τρόπαια είναι ένα ωραίο κεφαλοχώρι, στην περιοχή της αρχαίας πόλης Θέλπουσα, από το όνομα της νύμφης Θέλπουσας κόρης του Λάδωνα. Τα λίγα αρχαιολογικά δεδομένα λένε ότι η περιοχή κατοικούνταν από Πελασγούς το 2200 π.Χ. και ότι μετά τον 13ο αιώνα εγκαστάθηκαν Βοιωτοί. Στην αρχαία Θέλπουσα υπήρχαν ιερά, μεταξύ άλλων της Δήμητρας, του Ασκληπιού, και ενός Ογκίου άρχοντα υιού του Απόλλωνα. Ο ναός της Δήμητρας είχε αγάλματα της Δήμητρας Ερινύας και της Δήμητρας Λουσίας.
Ένα πέτρινο δημοτικό σχολείο στα Τρόπαια. Υπέροχο κτίριο!
Η διαδρομή μέχρι το Λευκοχώρι θα αποδειχθεί μία απογευματινή μαγεία. Ένας πλάγιος κόκκινος ήλιος από τα δυτικά χαρίζει μοναδικές εικόνες στα βουνά και τα λαγκάδια. Αυτοκίνητα δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου. Χωριά βουτηγμένα στο πράσινο γατζώνονται επάνω στους ορεινούς όγκους.
Ένα χωριό που όπως βλέπω στον χάρτη ονομάζεται Τουθόα. Αρχαία ονομασία, αδύνατο να ετυμολογηθεί, αναδύεται από τα βάθη των αιώνων μέσα στους ορεινούς όγκους της κεντρικής Πελοποννήσου, πάνω από το ομώνυμο φαράγγι. Υπήρχε πόλη που είχε ιδρυθεί από κάποιον Αρκάδα βασιλιά Τουθόα, αναφέρει ο Παυσανίας.
Οι καιρικές συνθήκες είναι απολαυστικές. Με ιδανική θερμοκρασία, στη νηνεμία, μέσα στα απογευματνά χρώματα, χωρίς καμία βιασύνη, κάπου θα βρω ένα σημείο να στήσω τη σκηνή μου μόλις ο ήλιος πέσει. Φτάνοντας στο Λευκοχώρι, θυμάμαι ότι πριν πολλά χρόνια έμεινα εδώ για ένα βράδυ, αλλά μου είναι αδύνατο να θυμηθώ πού ακριβώς. Στην είσοδο του Λευκοχωρίου βρίσκω ένα εκκλησάκι με μεγάλο υπόστεγο, τραπέζι, καρέκλες, απόλυτη ησυχία, ωραία θέα, βρύση με νερό αρκετά ζεστό έτοιμο για μπάνιο, καρυδιές δίπλα γεμάτες νόστιμα καρύδια, και βατόμουρα επίσης. Δωρεάν ξενοδοχείο πρώτης κατηγορίας και για απόψε, στη μέση του πουθενά, στη μέση μιας εκπληκτικής φύσης που ξαναγεμίζει την ύπαρξή μου με δύναμη ζωής. Μπάνιο, μαγείρεμα, πλύσιμο, όλες οι ανέσεις διαθέσιμες για μια βαθιά ξεκούραση, μια βαθιά ανανέωση όλων των δυνάμεων του σώματος και του μυαλού. Πριν τον ύπνο, θα προηγηθεί η τυπική ώρα του διαβάσματος, ως μία εισαγωγή ονείρων στα όνειρα της νύχτας, καλωσορίζοντας τη νέα σελήνη στον ουρανό της Αρκαδίας.
> Επόμενο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου