Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου

Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2018
Από τα Τριπόταμα στον Λάλα. 44 χιλιόμετρα.



Είχε νυχτώσει όταν έστησα τη σκηνή μου στους πρόποδες του λόφου της Αρχαίας Ψωφίδας. Με πολύ ωραίο καιρό και ησυχία, απόλαυσα έναν υπέροχο ύπνο χωρίς το εξωτερικό κάλυμμα της σκηνής. Μετά τα χθεσινά, η πείνα σήμερα με επισκέπτεται αμέσως μόλις ξυπνήσω και πρέπει να ετοιμάσω ένα γερό πρωινό.



Παρατηρώ τον εξωτερικό τοίχο της εκκλησίας, του παλιού μοναστηριού της Παναγιάς. Το παλιό μοναστήρι συνδέεται με την ιστορία ενός αγύρτη μοναχού στα χρόνια της επανάστασης. Δεν υπάρχει κανείς μέσα και ο χώρος είναι ερμητικά παντάκλειστος, με κάμερες, συναγερμούς, μεγάφωνα, καλώδια παντού, αυτόματο πότισμα κλπ. Ο,τιδήποτε το πετρόκτιστο περιέχει αρχαία μέλη, από τον εξωτερικό τοίχο μέχρι την ίδια την εκκλησία στο κέντρο του περιτειχισμένου χώρου. Μέσα στην αυλή υπάρχουν στημένοι όρθιοι σφόνδυλοι από αρχαίους κίονες.





Έχω την πρόθεση να αφιερώσω το σημερινό πρωινό στον αρχαιολογικό χώρο. Ωστόσο και αυτός ο αρχαιολογικός χώρος δεν με εμπνέει, γιατί συμβαίνει απλά να είναι εγκαταλελειμένος και αναξιοποίητος. Το ότι δεν υπάρχει καμία περίφραξη και όλα είναι ανοιχτά δεν θεωρώ ότι είναι το πρόβλημα, γιατί έτσι κι αλλιώς πρόκειται για εκτεταμένο χώρο χωρίς συγκεκριμένα στοιχεία που χρήζουν άμεσης προστασίας, αλλά η όλη εικόνα που εισπράττει κανείς είναι πραγματικά η εικόνα της εγκατάλειψης. Το μόνο πράγμα που θυμίζει τις αρχαιότητες είναι δυο πινακίδες όλες κι όλες, κι αυτές προσβεβλημένες από τον πανδαμάτορα, παρόμοια με τους σποραδικούς αρχαίους λίθους που βρίσκονται πεταμένοι δεξιά και αριστερά. Απομεινάρια περασμένων μεγαλείων, που διηγώντας τα να κλαις παραδόξως για το σήμερα μάλλον παρά για το τότε.





Ισόδομη δόμηση σε τμήμα του τείχους της αρχαίας Ψωφίδος.





Τα Τριπόταμα βρίσκονται στη συμβολή τριών παραποτάμων του ποταμού Ερυμάνθου, Νουσαΐτικο (Αροάνιος κατά Παυσανία), Λιβαρτζινό (Ερύμανθος στον Πολύβιο) που κατεβαίνει από το Λιβάρτζι, και Βερτσιώτικο, ο αρχαίος Σειραίος. Τα τρία ποτάμια συνέβαλαν στην προστασία της αρχαίας πόλης ως φυσικές οχυρώσεις. Στο κέντρο του χωριού, ακριβώς στη συμβολή των ποταμών, υπάρχει ένα μνημείο. Το μνημείο έχεις τρεις όψεις, προς τρεις κατευθύνσεις. Στις δύο από αυτές τις όψεις προς τους δρόμους που φέρνουν εδώ, υπάρχουν δύο παραστάσεις με τις εξής αναφορές: “ΜΗΤΡΟΣ ΤΕ ΚΑΙ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΑΠΑΝΤΩΝ ΤΙΜΙΟΤΕΡΟΝ ΕΣΤΙΝ Η ΠΑΤΡΙΣ, ΠΛΑΤΩΝ” και “ΕΥΤΥΧΕΣΤΕΡΟΣ ΟΛΩΝ Ο ΕΚ ΨΩΦΙΔΟΣ ΑΓΛΑΟΣ, ΜΑΝΤΕΙΟΝ ΤΩΝ ΔΕΛΦΩΝ”.





Συναντώ ένα μικρό μάρκετ και εφοδιάζομαι με φρέσκα τρόφιμα. Για τη συνέχεια του ταξιδιού μου, η κατεύθυνσή μου θα είναι προς τα νοτιοδυτικά. Στην έξοδο του χωριού βλέπω ένα συνεργείο αυτοκινήτων. Συνεργείο αυτοκινήτων σε ένα χωριό;! Δύο 4Χ4 είναι ανεβασμένα στα δυο ανυψωτικά και ένα τσούρμο ανθρώπων ασχολείται με αυτά. Αλλά βεβαίως τα 4Χ4 είναι βασικό εργαλείο σε αυτά τα μέρη και έτσι ένα συνεργείο αυτοκινήτων αποκτά σοβαρό λόγο ύπαρξης...

Σε ένα λεπτό μού έρχεται μία φαεινή ιδέα, επιστρέφω προς το χωριό, σταματώ στο συνεργείο.
-Καλημέρα, μία μικρή χάρη; Θα επισκευάσω κάτι στο ποδήλατο και θα ήθελα απλώς εάν τυχόν χρειαστώ κάποιο εργαλείο από σας.
-Βεβαίως φίλε, εδώ είμαστε, ό,τι θέλεις.
Μετά το χθεσινό άσχημο κοπάνημα στο βουνό, θα ήταν σοφό να κάνω έναν έλεγχο στο ποδήλατο στα κρίσιμα κινούμενα μέρη. Βρίσκω έναν ίσκιο και αρχίζει το ξεγύμνωμα του ποδηλάτου από το φορτίο. Σε λίγο θα δοκιμάσω την έκπληξη: έχω σπασμένη ακτίνα! Γνωρίζω πάρα πολύ καλά από ρόδες, φτιάχνω τις ρόδες μου πάντα μόνος, σε ολόκληρη την ποδηλατική μου ζωή δεν έχω σπάσει ακτίνα περισσότερες από 2-3 φορές, πριν το ταξίδι αυτό έφτιαξα δύο καινούργιες ρόδες με γερά υλικά και για δυο μήνες τις δοκίμασα σκληρά. Και όμως ναι, ο Ερύμανθος άφησε μία πληγή στον γαϊδαράκο μου.

Ο υπομονετικότατος γαϊδαράκος μου απαλλαγμένος από το βαρύ φορτίο του, τραυματισμένος στο υπαίθριο χειρουργικό τραπέζι.

Ένα θέαμα που κανένας ποδηλάτης δεν θέλει ποτέ να δει.


Στη μπροστινή μου σχάρα δεμένη με κολλητική ταινία βρίσκεται μία ακτίνα.

Καθότι προνοείν μάλλον και ου μετανοείν, πριν φύγω έκρυψα μία ρεζέρβα ακτίνα εκεί με το σκεπτικό “άσ´ τη να βρίσκεται”. Και να που η ακτίνα χρειάστηκε! Σε είκοσι λεπτά ο γαϊδαράκος μου βρίσκεται πάλι στο δρόμο, πλήρως υγιής και αξιόμαχος. Ευχαριστώ τους ανθρώπους του συνεργείου ακριβώς για το ότι δεν τους χρειάστηκα. Αφού συμβουλευτώ τον χάρτη για μια ακόμη φορά, παίρνω το δρόμο προς τη Λάμπεια.





Λάμπεια το όνομά του, ένα ακόμα χωριό κουρνιασμένο στις νότιες απολήξεις του Ερυμάνθου, στα 900μ. υψόμετρο, στο Λάμπειο όρος, χωμένο στο πράσινο. Όμορφα σπίτια, πλούσια βλάστηση, πολλές βρύσες με κρυστάλλινο νερό, υπέροχη θέα. Στην είσοδο του χωριού μία βρύση τραγουδάει και σταματώ να απολαύσω ολόδροσο και ολόφρεσκο φυσικό χυμό Ερυμάνθου.



Στην ερημία του μικρού επαρχιακού δρόμου χαϊδεύω τις πλαγιές των βουνών, σε ένα πανέμορφο περιβάλλον, σε έναν γλυκύτατο καιρό, σε μία ανεπανάληπτη ησυχία. Ο επαρχιακός δρομάκος έρημος από αυτοκίνητα. Ακούω μόνο το αεράκι και την καρδιά μου. Κλείνω και το κινητό και ταξιδεύω, χάνομαι. Ταξιδεύω και χάνομαι. Έχω χάσει την αίσθηση του χρόνου. Πρέπει να κοιτάξω το κινητό για να θυμηθώ τι μέρα είναι, χρειάζομαι κάποια προσπάθεια για να θυμηθώ το όνομά μου. Έτσι θα πρέπει να είναι στον παράδεισο. Και έτσι είναι. Σταματώ σε ένα μαγαζάκι για να πάρω γιαούρτι και μια γυναίκα μου δίνει να δοκιμάσω ένα γλυκό που έκανε η ίδια.




Ο σημερινός μου προορισμός είναι το δάσος της Φολόης. Μερικά χιλιόμετρα μετά την Λάμπεια, φτάνω στη διασταύρωση προς Πανόπουλο, όπου αντικρύζω το παρακάτω θέαμα.


Το θέαμα αυτό μπορεί να χαρακτηριστεί ανεπανάληπτο. Δυστυχώς όμως δεν είναι. Επαναλαμβάνεται πολλές φορές στην ελληνική ύπαιθρο. Όπου υπάρχει επίπεδη επιφάνεια, τοίχος, πινακίδα, επίπεδος βράχος, όλα αυτά τα σημεία αποτελούν στόχο για διαφήμιση και κυρίως για πανηγυροαφίσα. Αυτές οι πανταχού παρούσες πανηγυροαφίσες, όλες στο ίδιο μοτίβο, με ένα πορτραίτο λαϊκού βάρδου ή κλαρινιτζή στη μέση, και πάνω-πάνω με πηχαία γράμματα ο τόπος και ο χρόνος, αυτά τα δύο γραφικά στοιχεία να τραβάνε το μάτι, και τοποθετημένες εκεί που δεν θα ήθελε αυτός που θέλει να πάρει κάποια πληροφορία για τα μέρη όπου βρίσκεται. Στην περίπτωσή μου εδώ θα ήθελα να δω κάποιες πληροφορίες για το δάσος της Φολόης, αλλά όλη η πινακίδα είναι καλυμμένη με πανηγυροαφίσες. Και όχι μόνο, έχουν κολλήσει και πανηγυροαφίσες μέχρι κάτω το έδαφος σχεδόν, όσο πάει και όπως πάει. Και βέβαια γύρω το πανταχού παρόν σκουπιδαριό πρέπει να σημειώσει και αυτό την παρουσία του. Αυτή είναι μία κυρίαρχη εικόνα, μία κυρίαρχη αισθητική στην ελληνική ύπαιθρο. Είναι η πραγματική Ελλάδα του 2018, ένας χώρος όπου συνυπάρχουν πλάι-πλάι, το φυσικό με το παρά φύσιν, το όμορφο με το άσχημο, το αισθητικό με το κιτς.



Το οροπέδιο της Φολόης είναι από μόνο του ένας ιδιαίτερος κόσμος υψηλής αισθητικής. Συμβαίνει να μην έχω έρθει ξανά σε αυτό το μέρος και νομίζω ότι το φημολογούμενο ως αρχαιότερο δάσος της βελανιδιάς την αξίζει τη φήμη του. Κάπου εδώ περνούσαν τις διακοπές τους ο Ηρακλής με τον φίλο του τον Φόλο. Και με τις τρέλες που κάνανε τα φιλαράκια με τους Κενταύρους, κατά λάθος ο Ηρακλής τον σκότωσε τον φίλο του τον Φόλο.


Στο κέντρο του δάσους υπάρχει μία βρύση, όπου θα περάσω το μεσημέρι μου ετοιμάζοντας ένα γεύμα, υπό την πολιορκία ενός εντόμου που όπως έμαθα οι ντόπιοι το ονομάζουν σαπόσκνιπα. Η σαπόσκνιπα είναι το γνωστό μυγάκι του ματιού, που υπάρχει σε όλη την Ελλάδα σε πολλά μέρη. Μόλις η ταχύτητά σου πέσει κάτω από τα 12 χλμ. την ώρα περίπου, η σαπόσκνιπα καταφθάνει. Συγκεντρώνεται γύρω από το κεφάλι, κυρίως τις οπές του, και κυρίως τα μάτια. Το εντομάκι ζυγιάζεται με δυο-τρεις κύκλους μπροστά στο μάτι κι αμέσως προσγειώνεται μέσα! Ο τρόπος να το αντιμετωπίσεις είναι να φοράς γυαλιά. Ακόμη κι αν φορώ γυαλιά όμως, σε αυτό το μέρος είναι αμέτρητα! Εκατοντάδες πνίγουν το κεφάλι μου και μπαίνουν στα αυτιά και τα ρουθούνια. Πολλές φορές έχω συναντήσει αυτό το εντομάκι, αλλά πρώτη μου φορά είναι τόσο ενοχλητικό. Αποτελειώνω το μεσημεριανό μου και θέλω να κάνω μία βόλτα στο δάσος αυτό, αλλά αυτή την ώρα τα μυγάκια γίνονται άπειρα, και αποφασίζω να εγκαταλείψω την ιδέα της εισόδου στο δάσος, γιατί μέσα στο χωματόδρομο δεν μπορώ να αναπτύξω την κρίσιμη ταχύτητα που απαιτείται για να γλιτώσω από τα έντομα. Είναι απίστευτο πώς ένα τόσο δα εντομάκι μπορεί να σε διώξει από ένα μέρος... αυτός είναι ο αδυσώπητος νόμος των αριθμών.



Έχει προχωρήσει το απόγευμα, ο ήλιος έχει πάρει κλίση προς τη δύση, ο δρόμος με φέρνει μέσα από γραφικά αγροτικά τοπία, οι στιγμές είναι υπέροχες, και λίγο πριν τον Λάλα στη διασταύρωση προς Νεμούτα στήνω τη σκηνή για τη νύχτα σε ένα αφράτο γρασίδι στον χώρο ενός ξωκκλησιού.




> Επόμενο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου