Τετάρτη 25 - Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018.
Οι τελευταίες ημέρες του ταξιδιού. Από τον Φενεό στις Θερμοπύλες.
Καθώς δεν μού αρέσει καθόλου να ποδηλατώ μέσα στη βροχή, συνεχίζω το χουζούρι μέσα στον υπνόσακκο, με την συνεχή υπόκρουση του νανουριστικού ψιλόβροχου. Όταν όμως τα κουδούνια ενός κοπαδιού ακούγονται να πλησιάζουν, αποφασίζω ότι είναι η ώρα να βγω από τη σκηνή.
-Καλημέρα, πως και βρέθηκες εδώ; Κοιμήθηκες καλά;
-Καλύτερα δεν θα γινόταν. Πολύ ήσυχα σκυλιά έχετε εδώ. Με το κοπάδι δίπλα να κάθονται να τα χαϊδεύεις! Στην Πίνδο έτσι και πλησιάσεις το κοπάδι σε τρώνε στο λεπτό.
-Έχεις πάει και στην Πίνδο;
-Παντού με πάει αυτό. Βενζίνη δεν θέλει, μόνο λίγο αέρα καμμιά φορά, και λίγο λαδάκι στην αλυσίδα, αυτά.
-Ο καιρός χάλασε όμως. Τι θα κάνεις;
-Δεν με ενοχλεί. Ένα μήνα που γύρισα την Πελοπόννησο με πήγε πολύ καλά, τώρα στο τέλος λίγες μέρες ας πάει και δύσκολα, χαλάλι του. Πολύ απότομα ήρθε το κρύο.
-Ναι, και θα κρατήσει μέρες, εμείς τον καιρό τώρα τον βλέπουμε κάθε μέρα στο ίντερνετ.
Αυτοί που ζούν σε άμεση εξάρτηση με τη φύση όσο κανείς, οι βοσκοί, είναι οι Έλληνες που επιμένουν ελληνικότερα από όλους στην αρχαία ενασχόληση, στο πατροπαράδοτο επάγγελμα. Ένας βοσκός με το κοπάδι του στο ελληνικό βουνό. Εικόνα διαχρονική, συμβολική, σύμβολο αρχαίο και ταυτόχρονα σύγχρονο, διεμβολίζει το χρόνο, ανοιχτό στα σημεία των καιρών. Το μάτι και το αυτί της ελληνικής φύσης. Τώρα με το ίντερνετ τα μαθαίνουμε όλα, όχι από τα δελτία ειδήσεων που τα λένε όπως τα θέλουν αυτοί. Ο κόσμος αρχίζει να ξυπνάει. Τα πράγματα όμως είναι δύσκολα. Μας παίρνουν το κρέας και το γάλα σε εξευτελιστικές τιμές. Προσπαθήσαμε να κάνουμε ένα συνεταιρισμό δικό μας, και ο ένας από δω ο άλλος από κει. Παντού έχουν τους ρουφιάνους τους. Φτιάξανε ένα μεγάλο σφαγείο εκεί κάτω, και παίρνουν τα κρέατα σε εξευτελιστικές τιμές. Ναι μπράβο, εκείνο το μεγάλο κτίριο στη Στυμφαλία, ακριβώς αυτό που είδες. Μεγάλη μπίζνα. Φέρνουνε νταλίκες τις νύχτες γεμάτες με πρόβατα από Βουλγαρία Τουρκία δεν ξέρω που, ζωντανά, και τα σφάζουν εκεί μέσα. Παίρνει λοιπόν αυτός ο μάγκας από μένα εκατό ζώα, βάζει και άλλα εννιακόσια που τα φέρνει με τις νταλίκες, πετάει πάνω την ίδια σφραγίδα, και πουλιούνται για ελληνικά. Αυτές είναι οι λεγόμενες ελληνοποιήσεις, τα ντόπια προϊόντα της ελληνικής αγοράς. Αγοράζει ο Έλληνας κρέας που γράφει πάνω ντόπιο και το πληρώνει και για ντόπιο. Και παράλληλα με υποχρεώνει εμένα ο νόμος τώρα μόνο εκεί να δίνω εγώ το κρέας, δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Αν εσύ μου ζητήσεις ένα ζώο και σού το σφάξω και με πιάσουνε, θα μού ρίξουνε είκοσι χιλιάρικα πρόστιμο. Μας πίνουν το αίμα από χίλιες μεριές. Δεν ορίζεις εσύ τίποτα, σού την έχουν στημένη ό,τι και να κάνεις. Καταντήσαμε να δουλεύουμε ίσα για να φάμε και για να πληρώνουμε άλλους. Άλλοι πλουτίζουν, εμείς στη φτώχεια και στην ανάγκη. Ο αγρότης έγινε το κορόιδο που δουλεύει για να κερδίζουν οι μεσάζοντες και οι χαραμοφάηδες με τον δικό του τον ιδρώτα. Τα λαμόγια μέσα στα γραφεία στρογγυλοκάθονται με τα αιρκοντίσιον χειμώνα καλοκαίρι να καλοπερνάνε, κι εσύ εδώ τριακόσιες εξήντα μέρες το χρόνο κι άλλες τόσες νύχτες να τρώς τον ήλιο το κρύο τις βροχές τα χιόνια, το ρίσκο, και να είσαι μονίμως με την τσέπη άδεια.
Η βροχή έχει ελαττωθεί ενώ ανεβαίνω τις τελευταίες ανηφόρες προς το πολυπόθητο διάσελο πριν την τελική κατάβαση προς τη θάλασσα. Τα ορεινά τοπία είναι εξαιρετικά, αλλά δεν θέλω να βγάλω τη φωτογραφική μου μέσα στη βροχή.
Στο διάσελο το υψόμετρό μου είναι 1300 μέτρα. Ακολουθεί η μεγάλη κατηφόρα μέχρι την ακτή του Κορινθιακού. Η κατηφόρα είναι μεγάλη, τα τοπία εξαιρετικά, αλλά δεν έχω διάθεση για φωτογραφίες. Όχι μόνο γιατί υπάρχει αυτή η βαριά μουντή συννεφιά. Όταν έχεις το παγωμένο ψιλόβροχο να σου μαστιγώνει το πρόσωπο, το μόνο που θέλεις είναι να συνεχίσεις στην κατηφόρα για να τελειώνει η δοκιμασία μία ώρα αρχίτερα.
Ο καιρός για τις επόμενες ημέρες έμελλε να δώσει έναν τόνο περιπέτειας στο ταξίδι μου. Η χώρα ολόκληρη βρίσκεται κάτω από ένα βαρομετρικό χαμηλό που προκαλεί πολύ έντονα φαινόμενα, και φέρει μία χαριτωμένη ονομασία από εκείνες που δίνουν οι μετεωρολόγοι στους αντικυκλώνες, ένα από εκείνα τα γλυκούλικα γυναικεία ονόματα. Ποτέ μου δεν θα ξεχάσω το πέρασμα της γέφυρας του Ρίου. Πλησιάζοντας την γέφυρα, ήδη στον ανοικτό χώρο ο άνεμος ήταν κάτι το πρωτόγνωρο, ήταν εξαιρετικά δύσκολο να σταθώ όρθιος! Ο αέρας πήρε το καπέλο μου, παρά το ότι το έχω πάντα δεμένο με λουρί κάτω από το σαγόνι, και ήμουν τυχερός που αυτό σταμάτησε σε έναν φράχτη πενήντα μέτρα μακριά. Μόνο με τα πόδια μπορούσα να μετακινηθώ, να ποδηλατίσεις ήταν απλώς αδιανόητο. Προσπάθησα να περάσω απέναντι με φέρρυ, αλλά λόγω των ανέμων απαγορεύονταν ο απόπλους. Προσπάθησα να βρω ένα ταξί, αλλά ο ταξιτζής βλέποντας το φορτωμένο ποδήλατο αρνήθηκε να με πάρει γιατί “δεν άξιζε τη φασαρία”. Οι άνεμοι δεν προβλέπονταν να σταματήσουν, οπότε δεν θα είχε νόημα να περιμένω, καθώς ήθελα να βρίσκομαι την Κυριακή στις Θερμοπύλες. Μετά από αυτά, η μόνη επιλογή ήταν να περάσω τη γέφυρα. Βρήκα ένα μέρος με σχετική προστασία από τον άνεμο, έδεσα πολύ καλά με πολλά λάστιχα τα πράγματα επάνω στο ποδήλατο, και ξεκίνησα με θάρρος. Ένα μήνυμα στην είσοδο της γέφυρας έλεγε “προσοχή, ισχυροί άνεμοι” ή κάπως έτσι. Πέρασα στον ανατολικό πεζόδρομο, γιατί δεν βρήκα πρόσβαση στον δυτικό - θεέ, ελληνικό έργο η γέφυρα! Αυτό ήταν ένα ακόμη πρόβλημα, καθώς ο άνεμος ήταν ανατολικός και τον δεχόμουν κατευθείαν από το ανοιχτό πέλαγος. Ο θόρυβος στα μεταλλικά μέρη της γέφυρας ήταν κάτι το απερίγραπτο. Η εμπειρία ενός ανέμου τέτοιας κλίμακας ήταν για μένα κάτι πρωτόγνωρο. Να βρίσκεσαι ανάμεσα σε επικίνδυνες σιδεριές 100 μέτρα επάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και εκτεθειμένος στα 9 Μπωφόρ, είναι κάτι που μπορεί να το καταλάβει μόνος όποιος το έχει ζήσει. Το μεγάλο πρόβλημα ήταν το φορτωμένο ποδήλατο, γιατί έδινε επιφάνεια στον άνεμο. Έπρεπε να προσέχω τα βήματά μου ένα προς ένα, γιατί εάν το αριστερό πόδι που κρατούσε την κόντρα γλιστρούσε, ο άνεμος θα με έστελνε βίαια επάνω στα σίδερα με μία δύναμη που θα μπορούσε να με σκοτώσει. Χρειάστηκα μία ώρα περίπου για να περάσω τη γέφυρα. Σιγά σιγά, βήμα βήμα στην κυριολεξία, έφτασα στο τέλος με τα χέρια να πονούν πολύ και το κεφάλι μου να βουίζει. Μπήκα στα γραφεία για να ρωτήσω αν ξέρουν να μού πουν την ένταση του ανέμου στη γέφυρα. Ο υπάλληλος έψαξε την οθόνη του υπολογιστή και είπε, εννέα Μπωφόρ. Εάν κάποιος περνούσε στο youtube σκηνές από τις κάμερες της γέφυρας ενός ποδηλάτη που πέρασε τη γέφυρα με 9 Μπωφόρ και έφτασε στην άλλη άκρη σώος, ίσως το βιντεάκι να γινόταν viral.
Και τις επόμενες δύο ημέρες μέχρι την Ιτέα, είχα να παλέψω με έναν μετωπικό άνεμο που ήταν εξωφρενικός κατά στιγμές. Την Παρασκευή το απόγευμα έφτασα αισίως στην Ηράκλεια, κοντά στις Θερμοπύλες. Ήταν ένα βροχερό απόγευμα, με τον δύσκολο καιρό να με αναγκάζει να βρίσκω συχνά καταφύγιο. Σε ένα εκκλησάκι στην αρχή της ανηφόρας του Μπράλου, το οποίο ήταν ανοιχτό, βρήκα το ιδανικό “ξενοδοχείο”, όπου θα μαζέψω δυνάμεις για δύο μέρες, για τον αγώνα της Κυριακής.
Ο καιρός είναι τελείως κλειστός και αναμένονται βροχές για τις επόμενες ημέρες. Σουρουπώνει. Μέσα στο μικρό κτίριο, προστατευμένος από τον καιρό και στην σιγή ενός τοπίου χωρίς ψυχή ζώσα όπου το μόνο που ακούγεται είναι οι σταγόνες της βροχής, κάθομαι σε καρέκλα και τραπέζι. Διαβάζω και ετοιμάζω το βραδυνό γεύμα. Η πόρτα ανοίγει και ένα αντρικό πρόσωπο και ένα γυναικείο κοιτούν μέσα επιφυλακτικά. Χαιρετούν στα αγγλικά. Ρωτάνε αν μπορούν να μείνουν μέσα. Είναι ποδηλάτες! Γελώντας και οι τρεις θα συστηθούμε, ενώ δύο ακόμη ποδήλατα στήνονται δίπλα στο δικό μου μέσα στο φιλόξενο ερημοκλήσι. Ένας Δανός ξεκίνησε πέρυσι με το ποδήλατό του για τον γύρο του κόσμου. Στη Βουδαπέστη χρειάστηκε να πάει στο νοσοκομείο και εκεί μία υπάλληλος έμαθε για την ιστορία του. Τον κοιτάει καλά καλά και την άλλη μέρα του λέει, παίδαρε με παίρνεις μαζί σου; Την κοιτάει αυτός καλά καλά και της λέει, κορίτσαρε είσαι σίγουρη ότι μπορείς να κάνεις κάτι τέτοιο; Κοίτα να δεις τού λέει, έχεις δίκιο να ρωτάς γιατί με βλέπεις μικρή το δέμας, αλλά πρέπει να σού πω ότι ασχολούμαι με τα σπορ, αναρρίχηση, ορειβασία, τρέξιμο, έχω κάνει μαραθώνιους, και ποδήλατο, και κολύμπι, και κάμποσους αγώνες στο τρίαθλο, έχω βγάλει δηλαδή και οκτώ ironman ενημερωτικά, οπότε έχω ελπίδες, τι λες κι εσύ; Την ξανακοιτάει καλά καλά εκείνος και της λέει, αφού είναι έτσι άντε έλα. Μετά από εργασία και ετοιμασίες ενός χρόνου, ξεκίνησαν από Ουγγαρία, μετά την Ελλάδα θα συνεχίσουν Τουρκία, στη συνέχεια ανατολικά μέσα από την κεντρική Ασία, την βόρεια Αμερική και τη νότια Αμερική, υπολογίζοντας περίπου τρία χρόνια για όλο το ταξίδι συνολικά.
Εκείνοι λόγω του καιρού, εγώ λόγω της αναμονής για τον αγώνα της Κυριακής, θα περάσουμε δύο ημέρες με καλή παρέα, διηγούμενοι προσωπικές ιστορίες και εμπειρίες σε αυτόν τον κόσμο τον μικρό τον μέγα. Επειδή και αυτοί συμβαίνει να εκτιμούν το ποιοτικό φαγητό, θα απολαύσουμε γεύματα με φρέσκα τρόφιμα που θα βρούμε στο διπλανό χωριό. Το δεύτερο βράδυ είχαμε ένα εξαίσιο τσιμπούσι στο φως των κεριών, καθώς εγώ ανέλαβα το ψήσιμο στα κάρβουνα με πατάτες και κάποια κρεατικά, ενώ η Ντόρα, αφού είχε δηλώσει και αυτή υπευθύνως λάτρης της μαγειρικής, έφτιαξε τις εξαιρετικές σαλάτες. Το γεύμα διανθίστηκε με ένα μπουκαλάκι ευωδιαστό κρασί προσφορά του άγιου, ενώ το επιδόρπιο ήταν μία δόση κεφίρ για τη χώνεψη, πράγμα που είχε ως συνέπεια ο φυσικός λευκός κέφηρας να αποκτήσει δύο νέους ένθερμους οπαδούς.
Αν αποσυνθέσεις τη σημερινή Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σού απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα ποδήλατο. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις.
Την Κυριακή το πρωί ο καιρός ξεκινά σχετικά καλά, αλλά αργότερα το γυρνά πάλι στη βροχή. Όσοι συμμετείχαμε στον αγώνα παίρνουμε τα αναμνηστικά μετάλλια στα χέρια, αστειευόμενοι “άντε και του χρόνου με χιόνια”. Ο αγώνας του "Λεωνίδα Τρόπαιο" γίνεται κάθε χρόνο στη μνήμη εκείνων που έπεσαν στις Θερμοπύλες το -480. Για μένα όμως περισσότερο σημαντικό από το μετάλλιο είναι μία αναμνηστική φωτογραφία στο μνημείο. Όταν βρισκόμουν επάνω στον Ταΰγετο το βράδυ της 17ης και έμαθα για το Λεωνίδα Τρόπαιο, θέλησα να συνδέσω με τη διαδρομή μου τους δύο ανδριάντες του Λεωνίδα. Τα δύο σύμβολα της μνήμης. Το πρώτο σημείο της διαδρομής ήταν στη Σπάρτη, οδός Παλαιολόγου και Τριακοσίων, Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου, ώρα 11:08. Το δεύτερο σημείο είναι σήμερα εδώ στις Θερμοπύλες, Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου. Βρέχει αδιάκοπα. Περιμένω για να κόψει η βροχή έστω για μια στιγμούλα, να βρω την ευκαιρία να πάω στο μνημείο, να στήσω το ποδήλατο γρήγορα μπροστά στον Λεωνίδα εκεί ανάμεσα στον Ταΰγετο και τον Πάρνωνα, και να πατήσω το κουμπί της φωτογραφικής μηχανής. Αυτό ήταν όλο. Με αυτό το κλικ το ταξίδι αυτό ολοκληρώθηκε. Μαζί του ολοκληρώθηκε η διαδρομή της μνήμης. Της μνήμης της Ελλάδας του χθες και του σήμερα.
Αλλά και του αύριο ίσως, ποιος ξέρει. Ενός αύριο που θα εξαρτηθεί από την κατανόηση του χθες. Περιμένοντας να κόψει η βροχή, η τελευταία φωτογραφία του ταξιδιού τραβήχτηκε μέσα στο Κέντρο Ενημέρωσης της Μάχης των Θερμοπυλών, στην αρχή του 21ου αιώνα.
Οι τελευταίες ημέρες του ταξιδιού. Από τον Φενεό στις Θερμοπύλες.
Καθώς δεν μού αρέσει καθόλου να ποδηλατώ μέσα στη βροχή, συνεχίζω το χουζούρι μέσα στον υπνόσακκο, με την συνεχή υπόκρουση του νανουριστικού ψιλόβροχου. Όταν όμως τα κουδούνια ενός κοπαδιού ακούγονται να πλησιάζουν, αποφασίζω ότι είναι η ώρα να βγω από τη σκηνή.
-Καλημέρα, πως και βρέθηκες εδώ; Κοιμήθηκες καλά;
-Καλύτερα δεν θα γινόταν. Πολύ ήσυχα σκυλιά έχετε εδώ. Με το κοπάδι δίπλα να κάθονται να τα χαϊδεύεις! Στην Πίνδο έτσι και πλησιάσεις το κοπάδι σε τρώνε στο λεπτό.
-Έχεις πάει και στην Πίνδο;
-Παντού με πάει αυτό. Βενζίνη δεν θέλει, μόνο λίγο αέρα καμμιά φορά, και λίγο λαδάκι στην αλυσίδα, αυτά.
-Ο καιρός χάλασε όμως. Τι θα κάνεις;
-Δεν με ενοχλεί. Ένα μήνα που γύρισα την Πελοπόννησο με πήγε πολύ καλά, τώρα στο τέλος λίγες μέρες ας πάει και δύσκολα, χαλάλι του. Πολύ απότομα ήρθε το κρύο.
-Ναι, και θα κρατήσει μέρες, εμείς τον καιρό τώρα τον βλέπουμε κάθε μέρα στο ίντερνετ.
Αυτοί που ζούν σε άμεση εξάρτηση με τη φύση όσο κανείς, οι βοσκοί, είναι οι Έλληνες που επιμένουν ελληνικότερα από όλους στην αρχαία ενασχόληση, στο πατροπαράδοτο επάγγελμα. Ένας βοσκός με το κοπάδι του στο ελληνικό βουνό. Εικόνα διαχρονική, συμβολική, σύμβολο αρχαίο και ταυτόχρονα σύγχρονο, διεμβολίζει το χρόνο, ανοιχτό στα σημεία των καιρών. Το μάτι και το αυτί της ελληνικής φύσης. Τώρα με το ίντερνετ τα μαθαίνουμε όλα, όχι από τα δελτία ειδήσεων που τα λένε όπως τα θέλουν αυτοί. Ο κόσμος αρχίζει να ξυπνάει. Τα πράγματα όμως είναι δύσκολα. Μας παίρνουν το κρέας και το γάλα σε εξευτελιστικές τιμές. Προσπαθήσαμε να κάνουμε ένα συνεταιρισμό δικό μας, και ο ένας από δω ο άλλος από κει. Παντού έχουν τους ρουφιάνους τους. Φτιάξανε ένα μεγάλο σφαγείο εκεί κάτω, και παίρνουν τα κρέατα σε εξευτελιστικές τιμές. Ναι μπράβο, εκείνο το μεγάλο κτίριο στη Στυμφαλία, ακριβώς αυτό που είδες. Μεγάλη μπίζνα. Φέρνουνε νταλίκες τις νύχτες γεμάτες με πρόβατα από Βουλγαρία Τουρκία δεν ξέρω που, ζωντανά, και τα σφάζουν εκεί μέσα. Παίρνει λοιπόν αυτός ο μάγκας από μένα εκατό ζώα, βάζει και άλλα εννιακόσια που τα φέρνει με τις νταλίκες, πετάει πάνω την ίδια σφραγίδα, και πουλιούνται για ελληνικά. Αυτές είναι οι λεγόμενες ελληνοποιήσεις, τα ντόπια προϊόντα της ελληνικής αγοράς. Αγοράζει ο Έλληνας κρέας που γράφει πάνω ντόπιο και το πληρώνει και για ντόπιο. Και παράλληλα με υποχρεώνει εμένα ο νόμος τώρα μόνο εκεί να δίνω εγώ το κρέας, δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Αν εσύ μου ζητήσεις ένα ζώο και σού το σφάξω και με πιάσουνε, θα μού ρίξουνε είκοσι χιλιάρικα πρόστιμο. Μας πίνουν το αίμα από χίλιες μεριές. Δεν ορίζεις εσύ τίποτα, σού την έχουν στημένη ό,τι και να κάνεις. Καταντήσαμε να δουλεύουμε ίσα για να φάμε και για να πληρώνουμε άλλους. Άλλοι πλουτίζουν, εμείς στη φτώχεια και στην ανάγκη. Ο αγρότης έγινε το κορόιδο που δουλεύει για να κερδίζουν οι μεσάζοντες και οι χαραμοφάηδες με τον δικό του τον ιδρώτα. Τα λαμόγια μέσα στα γραφεία στρογγυλοκάθονται με τα αιρκοντίσιον χειμώνα καλοκαίρι να καλοπερνάνε, κι εσύ εδώ τριακόσιες εξήντα μέρες το χρόνο κι άλλες τόσες νύχτες να τρώς τον ήλιο το κρύο τις βροχές τα χιόνια, το ρίσκο, και να είσαι μονίμως με την τσέπη άδεια.
Η βροχή έχει ελαττωθεί ενώ ανεβαίνω τις τελευταίες ανηφόρες προς το πολυπόθητο διάσελο πριν την τελική κατάβαση προς τη θάλασσα. Τα ορεινά τοπία είναι εξαιρετικά, αλλά δεν θέλω να βγάλω τη φωτογραφική μου μέσα στη βροχή.
Στο διάσελο το υψόμετρό μου είναι 1300 μέτρα. Ακολουθεί η μεγάλη κατηφόρα μέχρι την ακτή του Κορινθιακού. Η κατηφόρα είναι μεγάλη, τα τοπία εξαιρετικά, αλλά δεν έχω διάθεση για φωτογραφίες. Όχι μόνο γιατί υπάρχει αυτή η βαριά μουντή συννεφιά. Όταν έχεις το παγωμένο ψιλόβροχο να σου μαστιγώνει το πρόσωπο, το μόνο που θέλεις είναι να συνεχίσεις στην κατηφόρα για να τελειώνει η δοκιμασία μία ώρα αρχίτερα.
Ο καιρός για τις επόμενες ημέρες έμελλε να δώσει έναν τόνο περιπέτειας στο ταξίδι μου. Η χώρα ολόκληρη βρίσκεται κάτω από ένα βαρομετρικό χαμηλό που προκαλεί πολύ έντονα φαινόμενα, και φέρει μία χαριτωμένη ονομασία από εκείνες που δίνουν οι μετεωρολόγοι στους αντικυκλώνες, ένα από εκείνα τα γλυκούλικα γυναικεία ονόματα. Ποτέ μου δεν θα ξεχάσω το πέρασμα της γέφυρας του Ρίου. Πλησιάζοντας την γέφυρα, ήδη στον ανοικτό χώρο ο άνεμος ήταν κάτι το πρωτόγνωρο, ήταν εξαιρετικά δύσκολο να σταθώ όρθιος! Ο αέρας πήρε το καπέλο μου, παρά το ότι το έχω πάντα δεμένο με λουρί κάτω από το σαγόνι, και ήμουν τυχερός που αυτό σταμάτησε σε έναν φράχτη πενήντα μέτρα μακριά. Μόνο με τα πόδια μπορούσα να μετακινηθώ, να ποδηλατίσεις ήταν απλώς αδιανόητο. Προσπάθησα να περάσω απέναντι με φέρρυ, αλλά λόγω των ανέμων απαγορεύονταν ο απόπλους. Προσπάθησα να βρω ένα ταξί, αλλά ο ταξιτζής βλέποντας το φορτωμένο ποδήλατο αρνήθηκε να με πάρει γιατί “δεν άξιζε τη φασαρία”. Οι άνεμοι δεν προβλέπονταν να σταματήσουν, οπότε δεν θα είχε νόημα να περιμένω, καθώς ήθελα να βρίσκομαι την Κυριακή στις Θερμοπύλες. Μετά από αυτά, η μόνη επιλογή ήταν να περάσω τη γέφυρα. Βρήκα ένα μέρος με σχετική προστασία από τον άνεμο, έδεσα πολύ καλά με πολλά λάστιχα τα πράγματα επάνω στο ποδήλατο, και ξεκίνησα με θάρρος. Ένα μήνυμα στην είσοδο της γέφυρας έλεγε “προσοχή, ισχυροί άνεμοι” ή κάπως έτσι. Πέρασα στον ανατολικό πεζόδρομο, γιατί δεν βρήκα πρόσβαση στον δυτικό - θεέ, ελληνικό έργο η γέφυρα! Αυτό ήταν ένα ακόμη πρόβλημα, καθώς ο άνεμος ήταν ανατολικός και τον δεχόμουν κατευθείαν από το ανοιχτό πέλαγος. Ο θόρυβος στα μεταλλικά μέρη της γέφυρας ήταν κάτι το απερίγραπτο. Η εμπειρία ενός ανέμου τέτοιας κλίμακας ήταν για μένα κάτι πρωτόγνωρο. Να βρίσκεσαι ανάμεσα σε επικίνδυνες σιδεριές 100 μέτρα επάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και εκτεθειμένος στα 9 Μπωφόρ, είναι κάτι που μπορεί να το καταλάβει μόνος όποιος το έχει ζήσει. Το μεγάλο πρόβλημα ήταν το φορτωμένο ποδήλατο, γιατί έδινε επιφάνεια στον άνεμο. Έπρεπε να προσέχω τα βήματά μου ένα προς ένα, γιατί εάν το αριστερό πόδι που κρατούσε την κόντρα γλιστρούσε, ο άνεμος θα με έστελνε βίαια επάνω στα σίδερα με μία δύναμη που θα μπορούσε να με σκοτώσει. Χρειάστηκα μία ώρα περίπου για να περάσω τη γέφυρα. Σιγά σιγά, βήμα βήμα στην κυριολεξία, έφτασα στο τέλος με τα χέρια να πονούν πολύ και το κεφάλι μου να βουίζει. Μπήκα στα γραφεία για να ρωτήσω αν ξέρουν να μού πουν την ένταση του ανέμου στη γέφυρα. Ο υπάλληλος έψαξε την οθόνη του υπολογιστή και είπε, εννέα Μπωφόρ. Εάν κάποιος περνούσε στο youtube σκηνές από τις κάμερες της γέφυρας ενός ποδηλάτη που πέρασε τη γέφυρα με 9 Μπωφόρ και έφτασε στην άλλη άκρη σώος, ίσως το βιντεάκι να γινόταν viral.
Και τις επόμενες δύο ημέρες μέχρι την Ιτέα, είχα να παλέψω με έναν μετωπικό άνεμο που ήταν εξωφρενικός κατά στιγμές. Την Παρασκευή το απόγευμα έφτασα αισίως στην Ηράκλεια, κοντά στις Θερμοπύλες. Ήταν ένα βροχερό απόγευμα, με τον δύσκολο καιρό να με αναγκάζει να βρίσκω συχνά καταφύγιο. Σε ένα εκκλησάκι στην αρχή της ανηφόρας του Μπράλου, το οποίο ήταν ανοιχτό, βρήκα το ιδανικό “ξενοδοχείο”, όπου θα μαζέψω δυνάμεις για δύο μέρες, για τον αγώνα της Κυριακής.
Ο καιρός είναι τελείως κλειστός και αναμένονται βροχές για τις επόμενες ημέρες. Σουρουπώνει. Μέσα στο μικρό κτίριο, προστατευμένος από τον καιρό και στην σιγή ενός τοπίου χωρίς ψυχή ζώσα όπου το μόνο που ακούγεται είναι οι σταγόνες της βροχής, κάθομαι σε καρέκλα και τραπέζι. Διαβάζω και ετοιμάζω το βραδυνό γεύμα. Η πόρτα ανοίγει και ένα αντρικό πρόσωπο και ένα γυναικείο κοιτούν μέσα επιφυλακτικά. Χαιρετούν στα αγγλικά. Ρωτάνε αν μπορούν να μείνουν μέσα. Είναι ποδηλάτες! Γελώντας και οι τρεις θα συστηθούμε, ενώ δύο ακόμη ποδήλατα στήνονται δίπλα στο δικό μου μέσα στο φιλόξενο ερημοκλήσι. Ένας Δανός ξεκίνησε πέρυσι με το ποδήλατό του για τον γύρο του κόσμου. Στη Βουδαπέστη χρειάστηκε να πάει στο νοσοκομείο και εκεί μία υπάλληλος έμαθε για την ιστορία του. Τον κοιτάει καλά καλά και την άλλη μέρα του λέει, παίδαρε με παίρνεις μαζί σου; Την κοιτάει αυτός καλά καλά και της λέει, κορίτσαρε είσαι σίγουρη ότι μπορείς να κάνεις κάτι τέτοιο; Κοίτα να δεις τού λέει, έχεις δίκιο να ρωτάς γιατί με βλέπεις μικρή το δέμας, αλλά πρέπει να σού πω ότι ασχολούμαι με τα σπορ, αναρρίχηση, ορειβασία, τρέξιμο, έχω κάνει μαραθώνιους, και ποδήλατο, και κολύμπι, και κάμποσους αγώνες στο τρίαθλο, έχω βγάλει δηλαδή και οκτώ ironman ενημερωτικά, οπότε έχω ελπίδες, τι λες κι εσύ; Την ξανακοιτάει καλά καλά εκείνος και της λέει, αφού είναι έτσι άντε έλα. Μετά από εργασία και ετοιμασίες ενός χρόνου, ξεκίνησαν από Ουγγαρία, μετά την Ελλάδα θα συνεχίσουν Τουρκία, στη συνέχεια ανατολικά μέσα από την κεντρική Ασία, την βόρεια Αμερική και τη νότια Αμερική, υπολογίζοντας περίπου τρία χρόνια για όλο το ταξίδι συνολικά.
Εκείνοι λόγω του καιρού, εγώ λόγω της αναμονής για τον αγώνα της Κυριακής, θα περάσουμε δύο ημέρες με καλή παρέα, διηγούμενοι προσωπικές ιστορίες και εμπειρίες σε αυτόν τον κόσμο τον μικρό τον μέγα. Επειδή και αυτοί συμβαίνει να εκτιμούν το ποιοτικό φαγητό, θα απολαύσουμε γεύματα με φρέσκα τρόφιμα που θα βρούμε στο διπλανό χωριό. Το δεύτερο βράδυ είχαμε ένα εξαίσιο τσιμπούσι στο φως των κεριών, καθώς εγώ ανέλαβα το ψήσιμο στα κάρβουνα με πατάτες και κάποια κρεατικά, ενώ η Ντόρα, αφού είχε δηλώσει και αυτή υπευθύνως λάτρης της μαγειρικής, έφτιαξε τις εξαιρετικές σαλάτες. Το γεύμα διανθίστηκε με ένα μπουκαλάκι ευωδιαστό κρασί προσφορά του άγιου, ενώ το επιδόρπιο ήταν μία δόση κεφίρ για τη χώνεψη, πράγμα που είχε ως συνέπεια ο φυσικός λευκός κέφηρας να αποκτήσει δύο νέους ένθερμους οπαδούς.
Αν αποσυνθέσεις τη σημερινή Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σού απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα ποδήλατο. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις.
Την Κυριακή το πρωί ο καιρός ξεκινά σχετικά καλά, αλλά αργότερα το γυρνά πάλι στη βροχή. Όσοι συμμετείχαμε στον αγώνα παίρνουμε τα αναμνηστικά μετάλλια στα χέρια, αστειευόμενοι “άντε και του χρόνου με χιόνια”. Ο αγώνας του "Λεωνίδα Τρόπαιο" γίνεται κάθε χρόνο στη μνήμη εκείνων που έπεσαν στις Θερμοπύλες το -480. Για μένα όμως περισσότερο σημαντικό από το μετάλλιο είναι μία αναμνηστική φωτογραφία στο μνημείο. Όταν βρισκόμουν επάνω στον Ταΰγετο το βράδυ της 17ης και έμαθα για το Λεωνίδα Τρόπαιο, θέλησα να συνδέσω με τη διαδρομή μου τους δύο ανδριάντες του Λεωνίδα. Τα δύο σύμβολα της μνήμης. Το πρώτο σημείο της διαδρομής ήταν στη Σπάρτη, οδός Παλαιολόγου και Τριακοσίων, Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου, ώρα 11:08. Το δεύτερο σημείο είναι σήμερα εδώ στις Θερμοπύλες, Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου. Βρέχει αδιάκοπα. Περιμένω για να κόψει η βροχή έστω για μια στιγμούλα, να βρω την ευκαιρία να πάω στο μνημείο, να στήσω το ποδήλατο γρήγορα μπροστά στον Λεωνίδα εκεί ανάμεσα στον Ταΰγετο και τον Πάρνωνα, και να πατήσω το κουμπί της φωτογραφικής μηχανής. Αυτό ήταν όλο. Με αυτό το κλικ το ταξίδι αυτό ολοκληρώθηκε. Μαζί του ολοκληρώθηκε η διαδρομή της μνήμης. Της μνήμης της Ελλάδας του χθες και του σήμερα.
Αλλά και του αύριο ίσως, ποιος ξέρει. Ενός αύριο που θα εξαρτηθεί από την κατανόηση του χθες. Περιμένοντας να κόψει η βροχή, η τελευταία φωτογραφία του ταξιδιού τραβήχτηκε μέσα στο Κέντρο Ενημέρωσης της Μάχης των Θερμοπυλών, στην αρχή του 21ου αιώνα.
Δεν χορταίνω να διαβάζω. Το ζω τόσο έντονα όλο αυτό μέσα από τις περιγραφές σου...! Σαν να είμαι και εγώ μαζί σου σ΄αυτό το ταξίδι στον χωρο-χρόνο. Θυμήθηκα κάτι βιβλιαράκια που διάβαζα πιτσιρικάς -τα έδινε το ROL- με τίτλο «Ήμουν και γω εκεί»! Αφορούσαν σε ταξίδια στο παρελθόν ενός άλλου πιτσιρικά, πρωταγωνιστή και με μετέφεραν σε μέρη που δεν αξιώθηκα, μεν, να τα επισκεφτώ σαν ταξιδιώτης, αλλά που τα επισκέφθηκα, δε, με τα μάτια της φαντασίας μου και ήταν εξ' ίσου υπέροχα! Νά'σαι καλά φίλε, Γιάννη να συνεχίζεις αυτό που κάνεις μέχρι τα βαθειά σου γεράματα. Σε ζηλεύω ρε μπαγάσα!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή